Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

1906:ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΑΞΕΙΔΙΩΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΕΛΦΟΥΣ



ΜΕΡΟΣ Β’

Και τώρα πριν οδηγήσω τον αναγνώστην μου εις τον ιερόν χώρον του Ναού του Απόλλωνος, του Μαντείου και των θησαυρών, έχω καθήκον να του παρουσιάσω πρώτον τον Πελασγόν των Δελφών, τον επί 16 συνεχή έτη, ως ο Προμηθεύς επί του Καυκάσου, δεσμευμένον επί ιερών μεν βράχων, αλλά βράχων πάντοτε, - τον κ. Αλέξανδρον Εμμ. Κοντολέοντα.

Ο κ. Κοντολέων κατέχει μεν θέσιν βοηθού εφόρου, αλλά κυρίως είναι θησαυροφύλαξ του πολυτιμοτέρου αρχαϊκού θησαυρού. Η εμπιστοσύνη της υπηρεσίας είναι βέβαια αρκούντως ικανοποιητική δι’ αυτόν, αλλ’ η προς αυτόν σκληρότης αυτής υπερβαίνει και την σκληρότητα των βράχων, επί των οποίων τον έχει καρφώσει επί δεκαεξαετίαν ολόκληρον, χωρίς να του λύση τα δεσμά ούτε επί μιαν ημέραν.

Μόλις προ τινος αποθανούσης της συντρόφου του βίου του εζήτησε 15 ημερών άδειαν και δεν του την έδωκαν ακόμη! Ο κ. Βυζαντινός τον οποίον θερμώς παρεκάλεσα προς τούτο επανελθών, μου υποσχέθη ότι θα το πράξη ταχέως, δεν εγένετο δε μέχρι τούδε, διότι η παρουσία του κ. Κοντολέοντος εις τους Δελφούς θεωρείται πολύτιμος. Ικανότης που δεσμεύει και φονεύει!

***

Από τον κ. Κοντολέοντα δεν διαφεύγει τίποτε πλέον εκ των εν τω βασιλείω του. Έχει εξερευνήσει και τον τελευταίον βράχον, και το μικρότερον λιθαράκι, από έρωτα προς την αρχαιολογίαν, και όχι από ανάγκην.

Διετέλεσε διευθυντής του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης της εν Σμύρνη Ευαγγελικής Σχολής, είναι αντεπιστέλλον μέλος του εν Βερολίνου Ινστιτούτου, η δε Γαλλική κυβέρνησις, τιμώσα τας εργασίας του απέστειλε το παράσημον του Αξιωματικού της Ακαδημίας. Συνέγραψε πραγματείας περί «Μικρασιανών Επιγραφών» γνωρίζει δυο ή τρείς γλώσσας και συνεννοείται με όλους τους ξένους.

Τέλος δε θα ημπορούσε να είπη κανείς ότι ο θαυμάσιος κ. Κοντολέων, χαριέστατος και εν τω πένθει του και εν τοις δεσμοίς του, και σοφός εν τη ερημία του, εάν δε είναι σήμερον ο Απόλλων των Δελφών, είναι ασφαλώς όμως ο … λίγ’ απ’ όλον!

***

Βαίνομεν μετά του κ. Κόκκου προς τους αρχαίους Δελφούς, του κ. Κοντολέοντος αναλαβόντος οριστικώς να μη αφήσει τίποτε καθ’ οδόν, προ του οποίου να μη μας σταματήσει, δια να αναπτύξει την ιστορίαν του.


Αριστερά της αμαξιτής οδού, χαραγμένης επί των πλευρών βραχώδους κλιτύος, μας δεικνύει προϊστορικούς τάφους, ανοιγμένους εντός βράχων. Ο προϊστορικός άνθρωπος επεζήτει την ασφάλειαν και αυτού του πτώματός του, το οποίον εθεώρει ως ιερόν υπόλοιπον του γήινου βίου του. Επ’ ουδενί λόγω ηννόει να το παραδώσει εις την αγκάλην της παμφάγου γης, όπως πράττει ο σημερινός άνθρωπος διά το άχρηστον πτώμα του. Προσπαθεί να το εξασφαλίσει από την φθοράν, θεωρών αυτό, ούτως ειπείν, ως σύνδεσμον και ως γέφυραν ενώνουσαν την γήινην ζωήν με την ζωήν του θανάτου.

Και διετρύπα τους βράχους, και έγλυφε σαρκοφάγους, και ανύψου μνημεία μαρμαρότευκτα. Η κληρονομικότης αύτη μετεδόθη και μέχρις ημών, αλλά κάπως μεταβεβλημένη και εκφυλισμένη. Ο προϊστορικός άνθρωπος εζήτει τον τάφον της ασφαλείας, ο σημερινός δεν ενδιαφέρεται πλέον διά την ασφάλειαν, ζητεί τον τάφον της επιδείξεως. Δεν ενδιαφέρεται τι θα μείνη εντός, ενδιαφέρεται τι θα μείνη εκτός.

Και είναι μεν αληθές ότι ένας τάφος είναι κάτι τι, αλλ’ είναι εξ ίσου αληθές, ότι δεν είναι και τίποτε!

***

Τέλος στρέφομεν την βραχώδη καμπήν και αποτόμως ευρισκόμεθα αντιμέτωποι του ιερού εδάφους.

Είναι αδύνατον να περιγραφεί το σύνολον του τοπίου εκείνου. Δεξιά το απότομον όρος, από της όψεως του οποίου φυγαδεύεται βαθμηδόν η σκυθρωπότης και η τεφρά σκιά, καθόσον ο ήλιος. Κλίνων προς δυσμάς, ευρίσκεται έναντί του.

Η χαράδρα, με επίμονον συνέχειαν, μεσολαβεί μεταξύ της πλευράς των Δελφών και της έναντι μια χαράδρα, της οποίας αι παρειαί καλύπτονται μέχρι του πυθμένος από υπερύψηλα δένδρα, φαινόμενα άνωθεν ως χθαμαλοί θάμνοι.
Κατόπιν η θέα των ερειπίων αριστερά, δεξιά δε εις την καμπήν της οδού προ της πηγής της Κασταλίας, και κάτωθεν εκτείνεται κυκλικώς χώρος, γεμάτος από κίονας λευκούς και συντετριμμένους, όστις εχρησίμευεν ως γυμναστήριον.
Παντού μαγεία. Είναι αυτό το αρχαίον πνεύμα, το οποίον ανακαλούμενον διά της μνήμης των ανθρώπων και εναγκαλιζόμενον μετά στοργής τα συντρίμματα των μαρμαρίνων δημιουργημάτων του, εισδύει μέχρι της ψυχής, και την εμποτίζει, και την διεγείρει, και την ανυψώνει…

***

Αλλ’ εις όλον αυτό το μαγευμένον σύνολον, το οποίον αποτελεί ένα σκυθρωπόν μειδίαμα, ή μιαν μειδιώσαν σκυθρωπότητα, επέπρωτο να εγκολαφθή και μια κηλίς.

Μια οικοδομική κηλίς αηδής, την οποίαν απέθηκαν με περισσήν ασυνειδησίαν οι νεώτεροι άνθρωποι επί του θεσπεσίου οικοδομικού κάλλους των αρχαίων ανθρώπων.

Και η κηλίς αυτή είναι το Μουσείον των Δελφών!

Όπως θεωρώ ανώτερον περιγραφής τον ιερόν χώρον, ούτω θεωρώ και κατώτερον περιγραφής το οικοδομικόν εκείνο βδέλυγμα.

Ο Πύθων ενθρονισμένος επί του στήθους του Απόλλωνος!

Το Μουσείον αυτό εκτίσθη από Γάλλους διά των χρημάτων του αειμνήστου Συγγρού. Εάν όμως δεν έχει ακόμη εννοήσει κανείς τι θα ειπεί σουφροποίησις χρημάτων α λα Γαλλικά ας μεταβεί εις τους Δελφούς διά να το εννοήσει ευκολότατα.

Φαντασθήτε κτήριον περικλείον πολύτιμα κειμήλια της Ελληνικής αρχαιότητος, θησαυρούς αμυθήτους, να στηρίζονται οι τοίχοι του έξωθεν με πατερά! Οι τοίχοι αυτοί διαρρέουν όλοι, τα δε ύδατα κατερχόμενα εκ της άνωθεν κλιτύος, εμποτίζουν αυτούς διαρκώς, και τους έχουν καταστήσει μαύρους και προ πάντων ετοιμορρόπους.

Μιαν ημέραν δε οι τοίχοι αυτοί θα πέσουν, η στέγη θα βυθισθεί εντός του Μουσείου, και ότι δεν επρόφθασε να συμπληρώσει ο χρόνος επί των ιερών εκείνων συντριμμάτων, θα το συμπληρώσει η ένοχος αδικία των συγχρόνων Ελλήνων

***

Οι ξένοι έρχονται και μας χλευάζουν και μας ελεεινολογούν, ο δε ατυχής Κοντολέων, κατόπιν θυέλλης και υετού, τρέχει να ιδή μήπως έπεσε καμμία πλευρά, ή μήπως εισέβαλον οι χείμαρροι εντός του κτηρίου!

Προς Θεού! Δεν υπάρχει επίβλεψις διά το Μουσείον των Δελφών; Δεν υπάρχει φροντίς διά το μέγα λείψανον της Ελληνικής αρχαιότητος; Δεν υπάρχει πόθος διά μιαν Δόξαν, της οποίας γλύφομεν και ξεζουμίζομεν ακόμη τα κόκκαλα διά να συντηρηθώμεν ηθικώς; Δεν υπάρχει τέλος σεβασμός διά το γενικόν προσκύνημα ολοκλήρου του πεπολιτισμένου κόσμου, ο οποίος διασχίζει «ούρια σκιόεντα και ηχηέσσας θαλάσσας» και μεταβαίνει εκεί διά να γονυπετήσει προ του μεγαλείου του ανθρωπίνου πνεύματος;

Αι λαχειοφόροι αρχαιολογικαί εταιρείαι, οι έφοροι και οι αρχιέφοροι, δεν μεταβαίνουν έως εκεί διά να ιδούν τι γίνεται;

Τι αγαπούν να κάμει ο Κοντολέων;

Το μόνον που ημπορεί να κάμει, είναι να κρημνισθεί το Μουσείον επάνω εις την κεφαλήν του, και να ταφεί και αυτός κάτωθεν, έχων ως μόνην παρηγορίαν ότι ετάφη παραπλέυρως του θεσπεσίου Αντινόου! 

(Συνεχίζεται)

Ο ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ