Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Μυθοπλασίες!



2/12.   Τα λάθη έχουν κόστος, τ’ αγαθά θέλουν κόπο
και η  ελευθερία μάχες!

Του Στέργιου Μπακολουκά

     Το ψηλοτάβανο αρχαίο μπακάλικο του μπάρμπα Κώστα, καταμεσής στην αγορά του χωριού, διέθετε όλα τα ….καλούδια! Τσουβάλια από όσπρια, ντάνες ζυμαρικών, σακούλες με ρύζια,  σχοινιά, παστοί μπακαλιάροι και αντζούγιες, κονσέρβες και πελτέδες, εδώδιμα και αποικιακά κάθε μορφής, ήταν αραδιασμένα στο ξύλινο  πάτωμα και τα ράφια του. Είχε και υπόγειο, που χρησίμευε ως αποθήκη, στο οποίο κατέβαινες από μια στρογγυλή σανιδένια, τριζάτη σκάλα στο βάθος της αίθουσας.
      Σ’ αυτό το κατώγι του παλιού  μπακάλικου είχε στήσει το τσαρδί της και είχε  βρει «το μήνα που θρέφει τους έντεκα», μια οικογένεια ποντικών, που με την πάροδο του χρόνου και την καλοπέραση, ……αυτοαπέκτησαν και τίτλους ευγένειας αριστοκρατικής καταγωγής!

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

Η φθινοποριάτικη νότα



Του Ηλία Λιάκου

   Οι πρώτες αντάρες άρχισαν να χαϊδεύουν το γεροντόβραχο και τον Τσάρκο. Οι πρώτες δροσιές ραντίζουν τη γη στα ψηλώματα. Τα φύλλα άρχισαν να εγκαταλείπουν τα δένδρα κιτρινισμένα κι ατροφικά.

   Πάει πια το καλοκαίρι, πάει η ξενοιασιά. Όλοι πίσω γύρισαν, ο καθένας στη δουλειά του, ανανεωμένος από την καλοκαιρινή ξεκούρασι. Ο γεωργός συγυρίζει τα σύνεργά του, γιατί πολλές δουλειές τον περιμένουν, εληές, οργώματα, τρύγος… Ο τσοπάνης κοιτάζει με γλυκειά μελαγχολία τη μουντή δύση και γεμίζει τις πλαγιές με απόηχα κι αντίλαλους νοσταλγικούς, που θα καταχωνιαστή, χειμώνα ολάκερο, στο μαραζιάρη κάμπο. Ο υπάλληλος κι ο τεχνίτης θ’ αρχίσουν πάλι το κυνήγι του χρόνου…

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

ΓΡΑΜΜΑ ΑΠ’ ΤΟ ΒΟΥΝΟ



ΤΟΥ  ΦΟΙΒΟΥ ΔΕΛΦΗ
ΙΟΥΝΙΟΣ 1940

Ένα γράμμα με σταμάτησε πάλι σήμερα, μου λέει για τις χαρές και τις ξέγνιαστες ώρες της εξοχής, μου το στέλνει ο φίλος μου ο Αντρέας ο Ζηνέλης απ’ τους Δελφούς, που τόγραψε στα γόνατα πάνω σ’ ένα καραούλι του Παρνασσού. Δεν είναι ένα συνηθισμένο γράμμα, το γράμμα του φίλου μου, είναι ένας κόσμος ολάκερος, αγνός και παρθενικός. Το περίμενα τώρα και τόσον καιρό, μου το είχε υποσχεθεί, μόλις θ’ ανέβαινε στο βουνό. Σαν να μάντευε την αγωνία μου δεν άργησε και τόσο πολύ. Ήρθε απάνω στην ώρα. Το φάκελλο φέρνει τα ίχνη της βροχής απάνω του, απ’ τις συγνεφιασμένες «μπουλμπιριές», τα ίχνη της περιπέτειας ώσπου να ρθεί σιγά-σιγά απ’ τη μάνα του Ουρανιώ στο χωριό.

Πίσω διαβάζει κανείς λακωνικά τον αποστολέα του: Β.Β. Δελφοί=βασανισμένος βοσκός. Τούτο είναι το ψευδώνυμο του μπιστικού. Ο πατέρας του, ο μπάρμπα-Νικόλας, είναι ο αρχιτσέλιγγας του Καστριού. Ο Αντρέας κι’ ο Θύμιος ακολουθάνε το προβατοκοπάδι. Φέτος μούλεγε για το καινούριο τσοπανόσκυλο που πήρανε. Του Αντριγιά η ζωή περνά με διαβάσματα και με τεχνουργοσκαλίσματα, είναι ο νεροκουβαλητής κι’ ο μάγειρας της στάνης.

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018

Μ’ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ…



Χρίστος Ε. Μαυρόπουλος

Μ’ορθάνοιχτα τα μάτια και λάσκα τις ανασαιμιές μου.

Αργά να μπαινοβγαίνει ο αγέρας στο κορμί μου κι αυτό αγάλι-αγάλι να δουλεύει σαν εκείνες τις παλιές, καλές τις μηχανές, που βγάζαν μεροκάματα με ρέγουλα κι αγόγγυστα για χρόνια, για καιρούς.

Δίχως ‘’στριγγλιές’’ και γρούζματα!

Δίχως πολλά λαδώματα και φύσια με καλώδια, που ανεβάζαν τις στροφές και τους λογαριασμούς.

Μ’ ένα απλό μονάχα κι ανάριο τρίξιμο ν’ ακούγεται απ’ τον ιμάντα της καρδιάς μου, έτσι που θα σβουρίζει ανάμεσα στις μηχανές της γής!

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

Μυθοπλασίες!



1/12. Των αλλωνών τα βάσανα, δύσκολα προσεγγίζονται! 
Του Στέργιου Μπακολουκά

   Το καλογεροπαίδι, διαφεντεύοντας τη μοίρα του και σίγουρο για την ευόδωση της αποστολής του, σταλμένο από τον εθνεγέρτη Ησαΐα Σαλώνων στις αρχές τις επανάστασης του 1821,  χωρίς να κοιτάξει πίσω του, ακολούθησε το δρόμο που διαγραφόταν μπροστά του, μέσα από την πρωινιάτικη αχλή, προς τον όγκο του Παρνασσού.
Έφυγε από την Άμφισσα, στα δυτικά, και  τράβηξε προς το μοναστήρι της Αγίας Ιερουσαλήμ πάνω από τη Δαύλεια, ανατολικά.  Είχε εντολές να μεταφέρει ένα άκρως εμπιστευτικό μήνυμα στον ηγούμενο της μονής που αφορούσε στην επανάσταση.
Αυτός ήταν ο λόγος που εκείνος, τον πρόσταξε να διαλέξει  όχι  την κανονική στράτα ανάμεσα στα χωριά, γύρω από τα ριζά του Παρνασσού, αλλά να διασχίσει το βουνό, χειμώνα καιρό, ακολουθώντας τ’ αμυδρά καλοκαιρινά σύρματα(στενά μονοπάτια) των τσοπάνηδων και των κοπαδιών τους, που κρυφοφαίνονταν κάτω απ’ το χιόνι.
Χωρίς χάρτη - που να βρεθεί εκείνη την εποχή - και χωρίς προμήθειες, παρά μονάχα με ένα ταγάρι, που είχε μέσα ένα ξεροκόμματο και ένα μικρό  δερμάτινο «σκοπλάκι»(μικρό ασκί) με νερό, τράβηξε τον ανήφορο. 

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΣΤΟ ΦΩΣ



Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Το Αυγουστιάτικο μελτεμάκι ίσα που ανάσαινε και μια λούνα απ’ τα μαλλιά της χάϊδεψε το σταρόχρωμο πρόσωπό της. Σήκωσε ανάλαφρα το χέρι της και πάσχισε να βάνει τάξη στο ξανθό χείμαρο των μαλλιών της. Παιχνίδισε το ολόλευκο φόρεμά της σε τούτη την κίνηση και μια αχνή καμπύλη φάνηκε κοντά εκεί στη μέση της να πάλλεται για λίγο, μα τόσο λίγο, όσο ακριβώς κρατάει ένα δειλό φιλί!