Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Ο Σύλλογος Φιλοπροόδων Αραχώβης «Παρνασσός» και τα σατιρικά τετράστιχα του Δημ. Γιαννακόπουλου.



Του Λεωνίδα Δ. Παπαδήμου

Το έτος 1930 ιδρύθηκε στην Αράχωβα – με πρωτοβουλία φοιτητών της Αράχωβας – ο  Σύλλογος Φιλοπροόδων Αραχώβης «ο Παρνασσός» (Σ.Φ.Α.Π.) το καταστατικό του οποίου εγκρίθηκε δια της υπ’ αριθ. 211/1930 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Λεβαδείας.

Σκοπός του Συλλόγου ήταν η «ηθική, πνευματική, εκπαιδευτική, καλλιτεχνική και σωματική ανάπτυξη των μελών αυτού και της κοινωνίας εν γένει, επιτυγχανομένης διά διαλέξεων, θεατρικών παραστάσεων, εκδρομών, εξωραϊστικών έργων, αθλητικών ασκήσεων και επιδείξεων ως και της αγάπης προς τα δένδρα και την μεταξύ των μελών αυτού καλλιέργειαν φιλικών σχέσεων και αλληλεγγύης».

Ο σύλλογος είχε 4 τμήματα α) Αθλητικόν β) Επιστημονικόν γ) Καλλιτεχνικόν και δ) Φιλοδενδρίας.

Και τα 4 τμήματα ανέπτυξαν μεγάλη δραστηριότητα διά την εκπλήρωση του σκοπού των. Το τμήμα όμως που ανέπτυξε μεγαλυτέραν δραστηριότητα και που έτυχεν  μεγάλης υποστηρίξεως του κοινού της Αράχωβας ήταν το καλλιτεχνικό. Κατά την θερινήν περίοδον εκάστου έτους η Αράχωβα είχε πολλούς παραθεριστάς από διάφορα μέρη της Ελλάδος και ιδιαιτέρως Αθηναίους. Κάθε Κυριακή μετά την απόλυσιν της Εκκλησίας εδίδετο διάλεξις και το απόγευμα της Κυριακής θεατρική παράσταση εις την μεγαλυτέραν αίθουσαν του Δημοτικού Σχολείου. Μετά το τέλος της θεατρικής παραστάσεως ανέβαινε στη σκηνή ένας εκ των ηθοποιών και απήγγειλε τα σατυρικά τετράστιχα που έγραφε ο Δημ. Γιαννακόπουλος – με συνοδείαν μουσικής - .

Τα θεατρικά έργα που παίχτηκαν από τη σκηνή ήταν: «Η Γκόλφω», «Η Σκλάβα», «Ο χορός του Ζαλόγγου», και «Εσμέ η Τουρκοπούλα» του Σπ. Περεσιάδη, «Ο Καπετάν Γιακουμής», «Η λύρα του Γέρου – Νικόλα», «Ο μπάρμπα Λινάρδος» και η «τύχη της Μαρούλας» του Δημ. Κόκου, «Η πολυγαμία» και « Το Ψυχοσάββατο» του Γρηγ. Ξενόπουλου, «Ο Ταρτούφος», «Ο Φιλάργυρος» και «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου, «Ο Αθανάσιος Διάκος» του Αριστ.Βαλαωρίτου, «Η στρίγκλα» του Αντωνοπούλου και άλλα που δεν θυμάμαι.

Σκηνοθέτης των έργων ήταν ο Δημ. Γιαννακόπουλος. Τους διαφόρους ρόλους των θεατρικών έργων είχαν αναλάβει οι Χριστόφορος Σιδηράς, Γεώργιος Γρανιτσώτης (Μιτσέλης), Γεώργιος Μαργιανός, Ιωάννης Μπόκας (Βερενίκης), Λεωνίδας Γκίκας, Στάμος Καπάκας, Ασημάκης Βασιλόπουλος, Παναγιώτης Λ. Ναυπακτίτης, Θεμιστοκλής Μαρτίνης, Γεώργιος Π. Αλογοσκούφης, Δημ. Ι. Μαντάς, Ευστάθιος Κ. Κοκκώνης, Στέφανος Δ. Καλύβας, Αλέξανδρος Ταγκαλάκης, Δημήτριος Ι. Γκίκας και Λεωνίδας Δ. Παπαδήμος.

Όσα τετράστιχα του Δημ Γιαννακοπούλου θυμάμαι τα γράφω παρακάτω και για την αιτία που γράφτηκαν.
***
Ο Στέφανος Δημητράς (Ντιμινίκας) που γύρισε απ’ την Αμερική πήγε στο σπίτι του Γ . Γρανιτσιώτη – που παραθέριζε η οικογένεια Βόγλη από την Αθήνα και ζήτησε για γυναίκα του την μικρότερη της οικογενείας Βόγλη, προσθέσας ότι θα δώσει 100.000 δραχμές προγαμιαία δωρεά και ότι έχει πολλά ελαιόδενδρα και σπίτια. Η μητέρα Βόγλη τον έδιωξε και του είπε ότι πρέπει να παντρέψει πρώτα την μεγαλύτερη κόρη της και έπειτα βλέπουμε.

Αμερικάνος σοβαρός
τα δάχτυλά του γλύφοντας
στον Άη Γιώργη ανέβαινε
για νύφη ξερο…βήχοντας.
Και στη γραία τη Μαμά
τάζει εκατό χιλιάδες΄
κι ελαιόδενδρα πολλά
κι από σπίτια μαχαλάδες.

***
Ο τότε Αστυνόμος της Αράχωβας διέταξε όπως τα πεζοδρόμια των καταστημάτων επιχρίζονται με ασβέστη διά λόγους υγιεινής. Επειδή τότε δεν υπήρχαν σφαγεία, τα γιδοπρόβατα και τα βόδια εσφάζοντο μέσα στα κρεοπωλεία και όταν έμπαινες μέσα οι μύγες σηκώνονταν σύννεφο από τις «βούτες» που ήταν γεμάτες αίματα.

Μυίγες, κουνούπια και κοριοί
η ώρα σας επέστη
αφού τα πεζοδρόμια
αλείβονται μ’ ασβέστη.
Κι έτσι λέγει το ρητόν
από έξω να είσαι κούκλα
και στο εσωτερικόν
ας φωλιάζει και η πανούκλα.

***
Μια κυρία που παραθέριζε στην Αράχωβα έστειλε τηλεγράφημα «επείγον» στον άντρα της που ήταν στην Αθήνα να την περιμένει στο πρακτορείο των λεωφορείων την άλλη ημέρα το μεσημέρι. Ο τότε τηλεγραφητής Ιωάννης Αργυρίου ξέχασε να στείλη το τηλεγράφημα αμέσως και το έστειλε την άλλη ημέρα μετά την άφιξιν της κυρίας στην Αθήνα.

Και το ταχυδρομείο μας
έχει τρανή ταμπέλλα
μα η υπηρεσία του
τραβάει γραμμή – κορδέλλα.
Τηλεγράφημα επείγον
στέλνεις αίφνης στην Αθήνα
ασφαλώς θε να το λάβουν
ύστερ’ από ένα μήνα.

***
Υπηρετούσε στην Καβάλα 0 καθηγητής Χρήστος Μπάκας και κατά τας θερινάς διακοπάς των Σχολείων ερχόταν στην Αράχωβα. Επίσης ήρθε από την Αθήνα στην Αράχωβα ο Στέργιος Λ. Κονίτσας που το έτος 1923 ήταν υποψήφιος βουλευτής του αγροτικού κόμματος Αλ. Μυλωνά.
Ο Βδελόπουλος ήταν καθηγητής, ψυχοπαθής, στην Αθήνα και γυρίζοντας στους δρόμους έλεγε: «Μετανοείτε καταραμένοι». Ο Δελλαπατρίδης ήταν άλλος ψυχοπαθής στην Αθήνα και έλεγε ότι ήταν αρχηγός του κόμματος των «Κυανολεύκων».

Απ’ την Καβάλα επροχθές
ήρθ’ ένα δασκαλόπουλο
που περπατεί καμαρωτά
σαν τον σινιόρ Βδελόπουλο.
Κι απ’ την Αθήνα έφτασε
άλλος νέος ευπατρίδης
άρχων κόμματος τρανού
όπως ο Δελλαπατρίδης.

***
Κατά την επέτειο της εκατονταετηρίδος της Εθνικής ανεξαρτησίας το έτος 1930 ο Ιωάννης Αργυρίου απήγγειλε εμμέτρως τον πανηγυρικόν λόγον. Αργότερα δάγκασε ένα σκυλί τον Αργυρίου και φοβούμενος μήπως το σκυλί ήταν λυσσασμένο, δεν πήγαινε στο Ταχυδρομείο – Που ήταν Διευθυντής – μόνος του, αν δεν τον συνόδευε και άλλος.

Λυσσόδηκτος ο ποιητής
δεν ημπορεί να γράψει
λησμόνησε την ποίηση
κι αυτή τη φουστανέλλα,
όλα τα στιχουργήματα,
τον Λάμπρο τον Τζαβέλλα
και ολ’ αυτά γιατί θαρρείς;
Φοβάται μην λυσσάξει.

Όταν συνήλθε από την φοβία που είχε ο Αργυρίου από το δάγκωμα του σκύλου, έγραψε το παρακάτω ποίημα για τον Γιαννακόπουλο.

Σε σε το στιχουργό θα ειπώ,
σε σε τον πνευματώδη,
που ’χεις μορφήν φανοποιού
και έκφρασιν βλακώδη.
Αν δεν αφήσεις σάτιραν
και ποίησιν και στίχους,
αλίμονο. σε θάφτουνε
με τενεκέδων ήχους.

Ο Γιαννακόπουλος θύμωσε γιατί τον έλεγε Φαναρά – ενώ ήθελε να τον λένε υδραυλικό – και έγραψε και άλλα σατιρικά τετράστιχα που απάντησε σε αυτά ο Αργυρίου, αλλά που δεν θυμάμαι.
***
Ο Απόστολος Παπασταθόπουλος πήγε την μοναχοκόρη του Τατιανή στην Αθήνα σε έναν γιατρό να την εξετάσει που ήταν άρρωστη και ο γιατρός την πείραξε κατά την ώρα της εξετάσεως. Αυτή το είπε στον πατέρα της και τότε ο πανύψηλος απ. Παπασταθόπουλος άρχισε τον γιατρό στο ξύλο.

Ενός γιατρού των Αθηνών
εξώλης και προώλης
την καμπουρούλα του ’σιαξε
ο θείος Αποστόλης.
Τον κοπάνισε που λες
με τα δυο του τα χεράκια
που ’ναι σαν εφτά μετρών
ελατίσια πατεράκια.

***
Η εταιρεία «Τσότρας» είχε αναλάβει από το έτος 1923 την ηλεκτροδότησιν της Αράχωβας. Επειδή όμως εγένοντο συχνές διακοπές του ρεύματος, το κοινόν σε κάθε διακοπή φώναζε «α! α! α! Μελισσάρη!» για τον Μελισσάρη Τσότρα (μέλος της Εταιρείας), ενώ για το άλλο μέλος της Εταιρείας, Ζαχαρία Τσότρα, το κοινόν δεν έλεγε τίποτα.

Τώρα που το φεγγάρι μας
σκορπίζει φως και χάρη,
πάψαν και τα παράπονα
για τον κυρ’ Μελισσάρη.

Μου γεννιέται κύριοι
μια μεγάλη απορία.
Πως το Μίλιο βλασφημούν
όχι και τον Ζαχαρία.
***
Το καλοκαίρι του 1930 παραθέριζε στην Αράχωβα η οικογένεια Βόγλη από την Αθήνα που όπως έλεγαν είχε εργοστάσιο κατασκευής καλτσών. Για πρώτη φορά είδαν οι Αραχωβίτες ότι δεν φορούσαν κάλτσες η μητέρα Βόγλη με τις δύο κόρες της, πράγμα που ήταν σκάνδαλο για την εποχή εκείνη.

Του καύσωνος τα κύματα
μας ήλθαν κι εδώ πέρα,
δούλες, κυράδες και γριές
γυμνές γυρνούν τη μέρα.
Κι έτσι τα καλτσάδικα
έχουν κάνει αβαρία
και τα πόδια τους γυμνά
κάνουν ηλιοθεραπεία.

***
Όταν έφυγε από την Αράχωβα η οικογένεια Βόγλη άφησε διάφορα χρέη ανεξόφλητα στα καταστήματα. Το τετράστιχο αναφέρεται στη μητέρα και στις δύο κόρες της.

Μας έφυγε μια μέγαιρα
που έκαν’ την κοντέσσα
μα όπως αποδείχτηκε
μας έβαλ’ όλους μέσα.
Ήτανε μια σφάντζικα
με δυο μπρούτζινες κορώνες
που ’χε σώσει τον παρά
και πωλούσε φακαρόνες.

***
Το παρακάτω τετράστιχο το έγραψε για μια μικρή υπηρέτρια που όταν την πείραζαν οι νεαροί της εποχής εκείνης, αυτή χτυπούσε με πείσμα το πόδι της στο έδαφος.

Μια μικρή που με κοιτά
στο μάτι της θα μπήκα
και μέσα της θα ’μολογα
«την τύχη μου την βρήκα!».
Δεν την βλέπετε μωρέ
να λοξά στραβοκοιτάζει
και το ποδαράκι της
σαν τον Γρίβα μας τινάζει.

***
Ο γιατρός Λουκάς Λαζαρής εξέταζε τους ασθενείς της Αράχωβας χωρίς να παίρνει χρήματα από κανέναν για τις επισκέψεις που έκανε στα σπίτια τους. Ο Γιαννακόπουλος έγραψε παρακάτω.

Ασκληπιάδης σοβαρός
που ’χει την πρώτη θέση
μα πάντα είναι άρρωστος
από νεφρά και μέση.
 Όλοι σας τον ξέρετε
και Σωτήρα ας τον πούμε,
σεις γριές φροντίσετε
μια νυφούλα να του βρούμε.

***
Το παρακάτω το έγραψε για τον Μέγα Ι. Κονίτσα.

Κοντός εις το ανάστημα
μα Μέγας τ’ όνομά του
για ιδές τον πως κατσούφιασε
μας δείχνει την γροθιά του.
Μη φοβάσαι Μέγα μου
δεν θα σε κατηγορήσω,
μ’ αν και πάλι φοβηθείς
τότε θα σε κατουρ…

Ο Μέγας Κονίτσας έγραψε ένα τετράστιχο για τον Γιαννακόπουλο και το έδωσε κρυφά στον ηθοποιό να το απαγγείλη μαζί με τα άλλα τετράστιχα. Ο Γιαννακόπουλος καθόταν ανάμεσα στους θεατές όταν έλεγαν τα τετράστιχα.

Τεράστιχα σας είπαμε πολλά
γραμμένα όλα απ’ τον Φαναρά
κοιτάτε τον καλά που κάθεται κει δα
κι όλο για σας πάντα χαμογελά.

Μόλις άκουσε ο Γιαννακόπουλος το παραπάνω τετράστιχο, μπήκε στο παρασκήνιο και έγραψε την απάντηση, την έδωσε στον ηθοποιό και του είπε να την ειπή αμέσως. (Σημ. Ο Χριστόδουλος έμενε σε μια αγροικία στη θέση «Γκοσίνο» και διάβαζε κάθε μέρα το ψαλτήρι).

Χριστόδουλο τον λέγαν τον κλεινό
 που τον Μεγάκο είχε ανηψιό.
μπάρμπα και ανηψιό όντας τους θυμηθώ
ένα ψαλτήρ’ ολόκληρο θα ειπώ.
***
Οι γιατροί Λουκάς Λαζαρής και Στέργιος Ι. Κονίτσας παίξανε με τον γέρο Λουκά Καλαντζόπουλο «ιστίχι» και όταν κέρδιζε ο γέρο Λουκάς και του έλεγαν να παίξει πάλι, τους έλεγε: « Με το ανενόχλητο όμως», δηλαδή ότι θα έπαιρνε και δεύτερο καφέ ή γλυκό αν ξανακέρδιζε.

Στο καφενείο στην πλατεία πέρα εκεί
«ιστίχι» παίζουνε οι δυο γιατροί
με τον μπάρμπα Λουκά – γνωστόν πανοβρακά –
που  παίζει πάντα «ανεχόλιαστα».
***
Το επόμενο το έγραψε για την βραδύτητα που εκτελούσαν τηνπαραγγελεία των πελατών οι Λουκάς Ζάμπας (μονοδοντής) και Ευστ. Σιδηράς (Καψούλης) που όταν σερβίριζαν τους πελάτες του καφενείου, έτρωγαν στραγάλια.κ.λ.π.

Και αν στου Ζάμπα διατάξεις και γλυκό
θα έρθει ύστερα απ’ ώρες δυό.
είν’ ο Καψούλης κει με τον Μονοδοντή
π’ όλο μασουλάνε βράδυ και πρωί.

***
Το επόμενο το έγραψε για τον κουρέα Θεόδωρο Φιλόσοφο.

Κι ένας μπαρμπέρης νέος σοβαρός
Φιλοσοφίας είναι οπαδός
φιλοσοφίζεται και κορδακίζεται
και για τον αμανέ τσακίζεται.

***
Το επόμενο το έγραψε για τον Μέγα Κονίτσα που ως αρχηγός συνεργείου ραντίζανε τις ελιές για την καταστροφή του δάκου.

Τι καταστροφή που έγινε στο δάκο
με τον Πρόεδρο τον φίλτατο Μεγάκο
είναι νέος προμαρόλι
και τον αγαπούνε όλοι.

***
Το επόμενο το έγραψε για τον Στέργιο Λουκά (Μπουζουλκά) για το υπερήφανο του χαρακτήρα του, είχε δύο κάρα που δούλευαν στην «Εργοληπτική Α.Ε.» στο δρόμο Αραχώβης – Δελφών.

Νέος ευγενής, γνωστό το όνομά του
θαρρεί ’ναι κάτοχος μεγάλου πριγκηπάτου
ειν’ από μεγάλη φάρα
διευθύνη δύο κάρα.

***
Το επόμενο το έγραψε για τον δικηγόρο Ιωάννη Καρατσόλη.

Της Θέμιδος παιδί με την ορθή την κρίση
μας ήρθε προ καιρού απ’ το τρανό Παρίσι
δες τες πως χαμογελάει
και μ’ αφέλεια γελάει

***
Το επόμενο το έγραψε για τον Χριστόφορο Σιδηρά (Κοκώνη) που είχε κάνει διάλεξη περί Χριστού και Χριστιανικής θρησκείας.

Νέος ευγενής, λάτρης φιλολογίας,
που για τον Χριστό μας κάνει ομιλίας,
θέλει καλά και σώνει
να μην τον λένε Κοκώνη.

***
Αρκετοί Αραχωβίτες είχαν πάρει γυναίκες από τους Δελφούς (Καστρί), αλλά οι περισσότερες δεν ήταν καλής εμφανίσεως (άσχημες) και μια ημέρα που ήταν μαζεμένοι οι περισσότεροι και μιλούσαν όρθιοι, έγραψε το παρακάτω τετράστιχο ο Γιαννακόπουλος.

Για ιδές οι Καστριτόγαμπροι
κάνουνε συμμορία
να φέρουν κι άλλα αγάλματα
κάτω απ’ την Πυθία

***
Το έτος 1930 εκδόθηκε Νομοθετικό Διάταγμα δια του οποίου παρείχετο ψήφος στις γυναίκες αλλά μόνον για τις Δημοτικές εκλογές και υπό τον όρον να είναι ηλικίας άνω των 30 ετών για να έχουν δικαίωμα ψήφου.

Οι κατάλογοι οι εκλογικοί
για σας κυρίες έχουν ανοιχτεί
τριανταρίσατε, σύρτε ψηφίσετε
και τα χρονάκια σας μην κρύψετε.

Κι όταν για σας οι κάλπες ανοιχτούν
κεφάλια και μαλλιά θα τραβηχτούν
ρόκες θα κοπανούν, οι γλώσσες θα βροντούν
κι οι χωροφύλακες θα απορούν.

Κι αν η πατρίδα σας καλέσει στη γραμμή,
παλάσκες βάλτε όλες και σπαθί
και ξιφουλκήσετε και πολεμήσετε
και τα φουστάνια καταργήσετε.

Τι τάχα τα φουστάνια ωφελούν
αφού τους άνδρες πάντα τυρρανούν
κάτω λοιπόν κι αυτά χωρίς τα χωρατά
για να σωθούμ΄απ’ τα εμπορικά.

Τα κρεπ-ντε-σιν και οι ζωρζέτ κυριαρχούν
φουλάρ μεταξωτά όλοι φορούν
στη δούλα στην κυρά καμιά διαφορά
κι έτσι θα μείνουμε χωρίς παρά.

Που είν’ η φουστανέλλα η παλιά
τσαγγόλουρα και ρουχ’από μαλλιά
πουν’ τα σκουφάκια μας και τα τσαρχάκια μας
τα βγάλαμε απ’ τα ματάκια μας.

***
Το 1931 ο Σ.Φ.Α.Π. οργάνωσε μια εκδρομή στο Κωρύκειο Άντρο που πήραν μέρος και αρκετοί παραθεριστές. Αρχηγός της εκδρομής ήταν ο Αλέκος Ταγκαλάκης που πήρα μαζί και τον πατέρα του για να ψήσει την προβατίνα. Μετά το φαγητό άρχισε ο χορός και ο πατέρας του Ταγκαλάκη όταν το γραμμόφωνο έπαιζε το τανγκό «είναι μεσάνυχτα…» αυτός χόρευε τσάμικο.

Ο Ευστάθιος Τομαράς μαζί με τον Φωτίου (απ’ την Αγόργιανη) – ήταν τότε ευέλπιδες και οι δύο – δημιούργησαν  ένα επεισόδιο με τον Ιωάννη Κουτσογιάννο όταν θέλησε να τους κεράσει κρασί και αυτοί απεποιήθησαν και του πέταξαν το μπουκάλι. Τότε ο Κουτσογιάννος είπε μια υβριστική λέξη στον Τομαρά, οπότε σηκώθηκε ο Δήμος Στιβακτάς (Κοκάλας) – που ήταν εξάδελφος του Τομαρά – και είπε στον Κουτσογιάννο «ανακάλεσε ανάγωγε!»

Κάποιος νέος από το Βόλο - που παραθέριζε στην Αράχωβα -  και ήταν στην εκδρομή, έκανε φλέρτ εις αδελφάς Νοσοκόμους – που ήταν κι αυτές στην εκδρομή – χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το βράδυ που γύρισαν από την εκδρομή ο νέος αυτός είχε πάρει από το Κωρύκειο ένα κομμάτι σταλαγμίτη, το έβαλε σε ένα ποτήρι μέσα και το έδωσε στον Γιαννακόπουλο με την προσφώνηση:

Όλη η χρυσή παρέα μας
σε σας προσφέρει τούτο
είναι της εποχής
το τελευταίο φρούτο.

Νέος αυτός που τα μαλλιά του ήταν μαύρα, είχε στη μέση του κεφαλιού του έναν κύκλο από κάτασπρα μαλλιά. Ο Γιαννακόπουλος την άλλη ημέρα το βράδυ που καθόντουσαν οι εκδρομείς του Κωρυκείου στην κεντρική πλατεία πήγε και τους απήγγειλε τα κατωτέρω τετράστιχα.

Τ’ ειν’ το κακό που γίνεται
απόψε στην πλατεία,
με τους μπενετσιμπάσηδες
μεγάλη φασαρία.
Πήγαν εις το Κωρύκειο
που τα περάσαν φίνα
γιατί ξεκοκαλίσανε
τσερλιάρα προβατίνα.
Αλέκο, πάντα σοβαρός
μα τα χειλάκια σ’ ανοιχτά,
χόρευε ο γέρος τσάμικο
στους ήχους του «Μεσάνυχτα…»
Και οι δυο μεγάλοι στρατηγοί
που κάνουν τη Μαρία
στον Κουτσογιάννο έκαναν
μεγάλη φασαρία.
Και επεμβαίνει σθεναρώς
ως άλλος Μαθουσάλας
ο Δήμος ο Κοκάλας.
Κι’ εσύ Βολιώτικο παιδί
κόντεψα να σ’ αφήσω,
στο φωνογράφο έλεγες
«την πλάκα κι από πίσω».
Που έκανες ταλαίπωρε
μεγάλες κουτουράδες
μα τίποτα, κοντόκορο,
σου λεν οι αδερφάδες.
Εσύ που χθες μου δώρησες
του ποτηριού μπαρκούτσι,
στην μπαλωμένη κεφαλή
δεν σου ’μεινε κουκούτσι.
***
Στις Δημοτικές και Κοινοτικές εκλογές του 1930 ο γνωστός στους παλαιότερους αφελής Νίκος Καβαθάς ήθελε να εκθέσει υποψηφιότητα ως ανεξάρτητος Πρόεδρος της Κοινότητος Αραχώβης. Υποψήφιοι για το αξίωμα του Προέδρου ήσαν τότε οι Λουκάς Λαζαρής (ιατρός) του κόμματος των Φιλελευθέρων και Στέργιος Κονίτσας (ιατρός) του Λαϊκού κόμματος. Τότε ο Γιαννακόπουλος έγραψε το τραγούδι του Νίκου Καβαθά μελοποιημένο με την μουσική του τραγουδιού «Το γελεκάκι που φοράς…» και αφού το μαγνητοφώνησε, έδωσε ένα γραμμόφωνο με τον μαγνητοφωνηθέντα δίσκο στον Καβαθά που πήγαινε στα καφενεία του χωριού και έβαζε το τραγούδι του για να τον ακούνε οι Αραχωβίτες.

Τον Καβαθά ψηφίσατε
γυναίκες, νιοι και γέροι,
που τον αιώνα τον χρυσό
στην πόλη μας θα φέρει.
Θα φτιάσει τα υδραγωγεία
και τα νέα τα σφαγεία.
Κάνε κουράγιο Καβαθά
ως  που να ’ρθεί η μέρα
κι όλοι θα σε ψηφίσουμε
κορδόνι πέρα-πέρα.
Όλα τα νερά θα φέρει
και θα τον ψηφίσουν γέροι.
Ξύπνα καημένε Νικολή
και μη βαριά κοιμάσαι
κι από δυο μήνες κι ύστερα
κυρ’ Πρόεδρος θε να ’σαι.
Για τέσσερα χρονάκια
να μας κάνει τα εργάκια.
Και συ Νικόλα Καβαθά
πρόεδρος σαν θα γίνεις,
να κάνεις έργα ξακουστά
σ’ όλους ψωμί να δίνεις.
Και πλατείες θα μας φτιάσει
και τους φόρους θα χαλάσει.
Δυο λογάκια να μας πεις
βρε φίλε Νικολάκη,
πως θα το κάνεις όμορφο
τούτο το χωριουδάκι.
Έλα πες μας Νικολάκη
τι θα κάνεις στο Σφαλάκι.
Σήκω καημένε Καβαθά
και πάρε την τρομπέτα
κι ανέβα στο καμπαναριό
και πες τα νέτα-σκέτα.
Νικολάκη, Νικολάκη,
Όμορφο παλληκαράκι.
Τράβα κορδέλλα Νικολή
κι ο κόσμος ξέρει όλος
απ’ τους Γιατρούς καλύτερος
είσαι αναμφιβόλως.
Ζήτω, ζήτω του Νικόλα
που θα μας τα φτιάξει όλα.
Ζήτω του Νίκου Καβαθά
όπου θα κάνει έργα
βαράτε τους αντίπαλους
με μια μεγάλη βέργα.
Ζήτω, ζήτω του Νικόλα
που θα μας τα φτιάξει όλα.
***
Στην αίθουσα του Δημοτικού Σχολείου είχε προγραμματισθεί χορός ένα Σαββατόβραδο από τον Σύλλογο (Σ.Φ.Α.Π.). Στην ορισμένη ώρα ενάρξεως του χορού οι οργανοπαίχτες δεν ήρθαν γιατί πήγαν σε κάποιο χωριό να παίξουν σε γάμο που θα έπαιρναν περισσότερα χρήματα. Απεφασίσθη όπως αντί των μουσικών οργάνων να φέρουν στην αίθουσα ένα γραμμόφωνο με δίσκους για να μην αναβληθεί ο χορός. Ο Γιαννακόπουλος για να διασκεδάσει τους προσελθόντας για το χορό – μέχρις ότου φέρουν το γραμμόφωνο – έντυσε με φουστανέλλα τον Καβαθά τον ανέβασε σε ένα τραπέζι για να τον βλέπουν – επειδή  ήταν κοντός στο ανάστημα – και του έδωσε να απαγγείλει το ποίημα που έγραψε τότε αμέσως.
Με ξεύρετε ποιος ειμ’ εγώ
ο φουστανελοφόρος
που μπρος σας ντούρος στέκομαι
ωσάν κονδυλοφόρος;
Κορίτσια τουτ’η φορεσιά
σας πότισε φαρμάκι
και τ’ όνομά μου μάθετε
με λένε Νικολάκη.
Εμπρός λοιπόν! τι καρτερεί;
ποια θέλει να με πάρει,
να γινουμ’ ένα ταιριαστό
και όμορφο ζευγάρι;
Κι όποια με πάρει από σας
 θα γίνει Προεδρίνα
θα έχει δόξα και τιμές
ως άλλη Ζωζεφίνα.
Μετά την απαγγελεία των τετράστιχων, ο ηθοποιός απευθυνόμενος στο ακροατήριο έλεγε:
Δεν έχω πλέον άλλα να σας πω
Ωρεβουάρ λοιπόν και στο καλό
Γιατί νυχτώσατε και ξεπαγώσατε
Και κρίμα στον παρά που δώσατε.
Όταν μερικοί από το ακροατήριο φώναζαν: «και άλλο, και άλλο!» έβγαινε από το παρασκήνιο ο ηθοποιός και έλεγε το επόμενο τετράστιχο:
Δεν έχω πλέον άλλα να σας πω
αδειάστε μας τον τόπο από δω
την άλλη Κυριακή ελατ’ εδώ μαζί
και του Κουτρουλ’ ο γάμος θα γενεί.
Το εισιτήριο του θεάτρου είχε 5 δραχμές. Από την έσοδο αυτό ο Σύλλογος πλήρωνε τους μουσικούς, τα έξοδα σκηνοθεσίας και τα υπόλοιπα τα έδινε σε απόρους οικογενείας του χωριού μας την παραμονή των Χριστουγέννων για να περάσουν και οι άποροι καλές γιορτές.
ΠΗΓΗ: Περιοδικό ΄΄Η Αράχωβα΄΄ ,Χειμώνας 89-90, ΕΤΟΣ Β’ ΑΡΙΘ. 5.