Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

Το άστρο της Βηθλεέμ

 

Μέσα από τους μελετητές και το «Κατά Ματθαίον» Ευαγγέλιο

Το ζήτημα του άστρου της Βηθλεέμ έχει απασχολήσει εδώ και πολλούς αιώνες αμέτρητους ερευνητές (θεολόγους, φιλοσόφους, αστρολόγους και αστρονόμους).

Όπως είναι φυσικό, οι απόψεις τους διίστανται. οι Θεολόγοι το θεωρούν κυρίως ως υπερβατικό φαινόμενο, οι αγνωστικιστές το αμφισβητούν και μάλλον το απορρίπτουν, ενώ αρκετοί αστρονόμοι το προσεγγίζουν επιστημονικά, έως ένα βαθμό βέβαια, διότι υπάρχουν σημεία, στα οποία προσκρούουν οι λογικές εξηγήσεις τους.

Επομένως, το να ασχοληθεί κάποιος, που δεν έχει μια από τις παραπάνω ιδιότητες, με αυτό το θέμα, φαίνεται εξ ορισμού περιττό και άσκοπο. Πάντα, όμως, υπάρχουν αφορμές για σκέψεις από όλους μας, αναφορικά με το υπόψη ζήτημα.

Μια τέτοια αφορμή για να γραφούν οι σκέψεις που ακολουθούν, ήταν αρχικά ένα ωραίο, λιτό μεν, αλλά περιεκτικό άρθρο του κ. Έραστου Φίλου, Δρ. Φυσικής, σχετικά με το άστρο της Βηθλεέμ («Το αίνιγμα του άστρου της Βηθλεέμ»), το οποίο εστάλη στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο από τη σύζυγό του, κα Άλτα Πατσαντάρα, αγαπητή συμπατριώτισσά μου, μαζί με ένα ωραίο χριστουγεννιάτικο δικό της κείμενο.
Ακολούθησε το προσεκτικό διάβασμα της σχετικής περικοπής του «Κατά Ματθαίον» Ευαγγελίου, που εκφωνείται κατά την Λειτουργία των Χριστουγέννων, και, τέλος, συμβουλευτήκαμε την εκτεταμένη έρευνα (εκατόν δέκα εννέα σελίδων), αναφορικά με το εν λόγω ζήτημα, των πολύ γνωστών στο ευρύ κοινό επιστημόνων κ.κ. Στράτου Θεοδοσίου, αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Μάνου Δανέζη, επίκουρου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η έρευνα αυτή είναι ενταγμένη στο εξαιρετικά ενδιαφέρον πολυσέλιδο βιβλίο τους: «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ Αστρονομία, Ιστορία, Φιλοσοφία», Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2000.

Οι συγγραφείς αυτοί έχοντας αναλύσει λεπτομερώς το υπόψη ζήτημα, συνοψίζουν, στο τέλος της έρευνάς τους, τις απόψεις που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί και έτσι ο αναγνώστης μπορεί να συγκρατήσει, σε γενικές γραμμές, τα εξής:

Ο Ωριγένης, ο Ευσέβιος Καισαρείας και ο μεγάλος ζωγράφος Giotto πίστευαν ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν κομήτης. Από τους νεότερους ερευνητές την ίδια αυτή άποψη είχαν: ο αστρονόμος A.Stenzel, o M.J.Langrange, ο J. Bruns και πιο πρόσφατα οι αστρονόμοι: Don Geomans, R. S. Richardson και Colin Humphreys.

Την άποψη περί μετεωρίτη, βολίδων ή διαττόντων αστέρων δεν υποστηρίζει κανένας γνωστός αστρονόμος.

Κάποιοι μελετητές των Γραφών, όπως: ο Alfred Jeremias και ο C. Daniel προτείνουν κάποια συγκεκριμένα αστέρια.

Οι J. M. Stocwell, R. W. Sinnot, C. A. Federes, Robert Victor, Ernest Martin, J. Mosley και Craig Chester προτείνουν κάποια από τις συνόδους των πλανητών Αφροδίτης - Δία, οι οποίες συνέβησαν σε διαφορετικές ημερομηνίες, λίγα χρόνια πριν τη Γέννηση του Χριστού.

Ο μεγάλος αστρονόμος Johannes Kepler είναι ο πρώτος που προτείνει ως αστέρα της Βηθλεέμ κάποιον καινοφανή αστέρα, σε συνδυασμό με την τριπλή σύνοδο των πλανητών Δία - Κρόνου, η οποία συνέβη το 7 π.Χ.

Την ύπαρξη καινοφανούς αστέρα για τη λύση του μυστηρίου πρότειναν αργότερα και οι αστρονόμοι: Foucquet, Edward Walter Maunder, D. H. Clark, J. H. Parkinson, F. R. Stephenson, James Mullaney, H. M. Morris, J. Seymour και M. Seymour.

Την τριπλή σύνοδο των πλανητών Δία - Κρόνου το 7 π.Χ. υποστήριξαν και οι: Munter, Ludwig Ideler, H. H. Kritzinger, Oswalnd Gerhardt, R. Hennig, L. Liebhardt, Werner Keller, I. Elliot, Konrandin Ferrari d’ Occhieppo, B. L. van der Waerden, B Philberth, David Hughes και Richard Binder.

To λαμπρό πλανήτη Δία πρότειναν οι αστρονόμοι: Ivor Bulmer-Thomas και David Hughes. Και την επιπρόσθηση του πλανήτη Δία από τη Σελήνη που συνέβη το 6 π.Χ. πρότεινε ο αστρονόμος Michael Molnar.

Ο John Charles Webb υποστηρίζει ότι το εν λόγω άστρο πιθανώς αναφέρεται σε κάποιο σχόλιο των Γραφών και η θεολογική σημασία του είναι πολύ σπουδαιότερη από την αντίστοιχη ιστορική πραγματικότητα.

Το άστρο της Βηθλεέμ, ως υπερβατικό γεγονός, υποστηρίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως : ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, ο Διόδωρος της Ταρσού, ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως Αιγίνης κ.ά. Την ίδια αυτή άποψη υποστηρίζουν και οι: P. Schanz, J. Knabenbauer, D. Busy, A. Durand κ.ά.

Από τους γνωστούς Έλληνες αστρονόμους, ο καθηγητής Δ. Κωτσάκης συγκλίνει προς την υπόθεση του καινοφανούς αστέρος, καθώς και ο καθηγητής Σταύρος Πλακίδης, με τις όποιες επιφυλάξεις τους. Αντίθετα, ο αστρονόμος Κ. Χασάπης διατύπωσε τη δική του πρωτότυπη υπόθεση. Συγκεκριμένα, τεκμηρίωσε ως άστρο της Βηθλεέμ την πολλαπλή σύνοδο των τότε επτά θεωρούμενων πλανητών, που άρχισε το 9 π.Χ. και διήρκεσε συνολικά πέντε χρόνια, ενώ η τριπλή σύνοδος Δία - Κρόνου του 7 π. Χ. ήταν, σύμφωνα με αυτόν, επιμέρους φαινόμενο της πολλαπλής συνόδου.

Όσον αφορά τους ίδιους τους συγγραφείς, κ.κ. Θεοδοσίου και Δανέζη, η προσωπική τους άποψη, όπως την εκφράζουν και συνοπτικά στο εν λόγω βιβλίο τους, είναι η εξής: «Το φαινόμενο που ονομάστηκε «άστρο της Βηθλεέμ» δεν μπορεί να είναι κατ’ ουδένα τρόπο αστρονομικό, ενώ μας καλύπτει εν γένει ο υπερβατικός και υπερφυσικός χαρακτήρας του έκτακτου αυτού γεγονότος, καθώς και οι θέσεις του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Παρ’ όλα αυτά, ως αστρονόμοι αν θα έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξουμε κάποιο φυσικό φαινόμενο προκειμένου να ερμηνεύσουμε τη φύση του «άστρου της Βηθλεέμ», μπορεί να πρωτοτυπήσουμε, διεθνώς, προτείνοντας την «απίθανη» εξήγηση των «σφαιρικών κεραυνών», ως πιθανότερη των άλλων «επιστημονικοφανών» ερμηνειών.»

Αξίζει, επίσης, να έχουμε υπόψη μας και μερικά από όσα σημειώνουν οι ίδιοι στην έρευνά τους, αναφορικά με τους υπερκαινοφανείς αστέρες (σουπερνόβα) και τους καινοφανείς αστέρες (νόβα), και συγκεκριμένα: «Εκείνο ειδικά που δημιουργεί υπόνοιες στους αστρονόμους ότι η φύση του «άστρου» της Βηθλεέμ δεν μπορεί να εξηγηθεί αστρονομικά και επιπλέον περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα, είναι η φράση του Ματθαίου ότι το άστρο στάθηκε πάνω από την οικία, όπου κατέλυε η Άγια Οικογένεια. Πώς είναι δυνατόν ένα αστέρι να εγκαταλείπει τελείως το αστρικό σύστημα στο οποίο ανήκει, για να υποδείξει μια καθορισμένη διαδρομή σε κάποιους σοφούς ανθρώπους, να σταθεί τέλος πάντων από ένα συγκεκριμένο σημείο της Γης, και μάλιστα στα χαμηλά στρώματα της ατμόσφαιρας.»

Επίσης, εξετάζοντας, πιο κάτω αναλυτικά την περίπτωση των υπερκαινοφανών αστέρων (σούπερ νόβα) γράφουν μεταξύ πολλών άλλων τα εξής: «Η αρχική λαμπρότητα ενός υπερκαινοφανούς διατηρείται και είναι ορατή για αρκετές εβδομάδες ή μήνες. Αργότερα, μετά από λίγους μήνες, τα άστρα αυτά γίνονται πάλι αμυδρά, επανέρχονται δηλαδή στο αρχικό τους μέγεθος και παύουν να διακρίνονται. […].

Σημειώνουμε ακόμη ότι μερικοί υπερκαινοφανείς είναι επαναληπτικοί, αναλάμπουν δηλαδή όχι μια φορά, αλλά δυο ή τρεις […].

Από αστρονομική άποψη ένας υπερκαινοφανής θα ήταν το τέλειο άστρο της Βηθλεέμ, αφού βέβαια σχετιζόταν με την εμφάνιση ενός «πραγματικού» νέου άστρου για τις συνθήκες παρατήρησης της εποχής. Μια τέτοια κοσμική καταστροφή είναι πάρα πολύ θεαματική και έτσι εύκολα αντιληπτή για ειδικούς αστρονόμους. Ένας πραγματικά λαμπρός αστέρας ορατός ακόμη και με το φως της μέρας θα ήταν η καλύτερη εξήγηση για τη φύση του «άστρου» της Βηθλεέμ.[…].

Στο αντίστοιχο χρονικό πλαίσιο, όμως, ταιριάζει μια λιγότερο θεαματική αστρική έκρηξη. Οι Κινέζοι αστρονόμοι ονόμασαν τα άστρα που την προκαλούν «επισκέπτες», ενώ οι σύγχρονοι αστρονόμοι τα ονομάζουν, όπως αναφέραμε, «καινοφανείς» (novae).

Στο ζωδιακό του Αιγόκερω, τον Απρίλιο του 5 π.Χ. καταγράφηκε από τους Κινέζους αστρονόμους η έκρηξη ενός καινοφανούς αστέρα. Ένα πολύ μικρότερης, βέβαια, έντασης φαινόμενο από την αντίστοιχη έκρηξη ενός υπερκαινοφανούς, αλλά και εδώ το άστρο που την προκάλεσε οδεύει προς τον αστρικό του θάνατο. […].

Οι Κινέζοι αστρονόμοι που κατέγραψαν την αστρική αυτή έκρηξη σημείωσαν ότι ο καινοφανής ήταν ορατός για 70 ημέρες, εκ των οποίων τις 23 φαινόταν και κατά τη διάρκεια της μέρας.[…].

Λίγους μήνες αργότερα, το 4 π.Χ., δίπλα στον Αλτάιρ, το λαμπρότερο άστρο του αστερισμού του Αετού (α Aquilla), καταγράφηκε η ανάλαμψη ενός δεύτερου καινοφανούς.»

***

Πολλές από τις παραπάνω απόψεις φαίνονται καταρχήν λογικές, όμως για να ευσταθεί κάποια από αυτές και να γίνει τελικά αποδεκτή ως εύλογη θα πρέπει να βρίσκεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμφωνία με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, στο οποίο ο Απόστολος Ματθαίος σίγουρα δεν γράφει ως αστρονόμος τα κρίσιμα εδάφια που αναφέρονται στο θέμα του άστρου της Βηθλεέμ. δεν παύει, όμως, να διηγείται γεγονότα που είχαν αληθινή βάση, χωρίς να μετέρχεται, είτε συμβολικό τρόπο, είτε τρόπο μυστικιστικό, και, βεβαίως, χωρίς να στοχεύει στον εντυπωσιασμό, όπως κάνουν κάποια απόκρυφα Ευαγγέλια, αναφορικά με τη Γέννηση του Θεανθρώπου, εκτός και εάν δεν πιστεύουμε στην αλήθεια των Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης.

Προτού, λοιπόν, τολμήσουμε να αναπτύξουμε κάποιες σκέψεις θα παραθέσουμε το κρίσιμο απόσπασμα του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, για να μπορούν οι αναγνώστες να έχουν καλύτερη δική τους εικόνα και άποψη, και συγκεκριμένα:

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (Ματθ. β΄ 1 - 12 και 16-18)

«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· Ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ. Ακούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ’ αὐτοῦ, καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ ἐπυνθάνετο παρ’ αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Ἐν Βηθλέεμ τῆς Ἰουδαίας· οὕτως γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου· Καὶ σύ Βηθλέεμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ. Τότε Ἡρῴδης λάθρᾳ καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσεν παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος, καὶ πέμψας αὐτοὺς εἰς Βηθλέεμ εἶπε· Πορευθέντες ἐξετάσατε ἀκριβῶς περὶ τοῦ παιδίου· ἐπὰν δὲ εὕρητε ἀπαγγείλατέ μοι, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ. Οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν· καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτοὺς ἕως ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον· ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα. Καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν· Καὶ χρηματισθέντες κατ’ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν.[…].

Τότε Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων.

Τότε ἐπληρώθη τὸ ρηθὲν ὑπὸ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν. »

Νεοελληνική Απόδοση:

«Όταν δε εγεννήθη ο Ιησούς εις την Βηθλεέμ της Ιουδαίας, κατά τας ημέρας που βασιλεύς ήτο ο Ηρώδης, ιδού μάγοι (δηλαδή άνθρωποι σοφοί που εμελετούσαν και τους αστέρας του ουρανού) ήλθον από τας χώρας της Ανατολής εις τα Ιεροσόλυμα. Και ερωτούσαν τους κατοίκους· “πού είναι ο νεογέννητος βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι ημείς είδαμεν τον αστέρα αυτού εις την Ανατολήν και από το ουράνιον αυτό φαινόμενον επληροφορηθήκαμεν την γέννησίν του και ήλθομεν να τον προσκυνήσωμεν”. Όταν ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης να γίνεται λόγος δια νεογέννητον Βασιλέα εκυριεύθη από ταραχήν, διότι εφοβήθη μήπως του αρπάση εκείνος την βασιλείαν· μαζή με τον Ηρώδην εταράχθησαν και όλοι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. Ο Ηρώδης, αφού εκάλεσε και συγκέντρωσε όλους τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού, εζητούσε πληροφορίας, πού, σύμφωνα με τας Γραφάς, θα εγεννάτο ο Χριστός. Εκείνοι δε του είπαν· “εις την Βηθλεέμ της Ιουδαίας, διότι έτσι έχει γραφή από τον προφήτην Μιχαίαν· Και συ Βηθλεέμ, που ανήκεις εις την περιοχήν της φυλής Ιούδα μολονότι μικρά στον πληθυσμόν, δεν είσαι από απόψεως αξίας καθόλου μικρότερη και άσημη από τας μεγάλας πόλεις της φυλής του Ιούδα. Και τούτο, διότι από σε θα προέλθη και θα αναδειχθή άρχων, ο οποίος ως καλός ποιμήν θα οδηγήση με στοργήν τον λαόν μου τον Ισραηλιτικόν”. Τότε ο Ηρώδης εκάλεσε κρυφίως τους μάγους και επληροφορήθη ακριβώς από αυτούς τον χρόνον, κατά τον οποίον είχε φανή ο αστήρ. Κατόπιν τους έστειλε εις την Βηθλεέμ και είπε· “πηγαίνετε εκεί και εξετάσατε με κάθε ακρίβειαν όλα τα περί του παιδίου· και όταν θα το εύρετε, πληροφορήσατέ με, δια να έλθω εις την Βηθλεέμ να το προσκυνήσω και εγώ”. Οι δε μάγοι, αφού ήκουσαν τα λόγια του βασιλέως, εξεκίνησαν και επορεύοντο εις την Βηθλεέμ· και ιδού το λαμπρόν αστέρι, που είχαν ίδει εις την Ανατολήν, επροπορεύετο και τους ωδηγούσεν, έως ότου ήλθε και εστάθη επάνω από τον τόπον όπου ευρίσκετο το παιδίον. Οι Μάγοι, όταν είδαν τον αστέρα, εδοκίμασαν πολύ μεγάλην χαράν. Και ελθόντες εις την οικίαν είδαν το παιδίον με την μητέρα αυτού Μαρίαν και πεσόντες στο έδαφος επροσκύνησαν με βαθείαν ευλάβειαν αυτό· και ανοίξαντες τας αποσκευάς και τα θησαυροφυλάκιά των, του προσέφεραν δώρα, χρυσόν και λιβάνι και σμύρναν. Επειδή δε έλαβον εντολήν και οδηγίαν από τον Θεόν εις όνειρόν των να μη επιστρέψουν προς τον Ηρώδην, ανεχώρησαν δια την πατρίδα των από άλλον δρόμον.[…]

Τότε ο Ηρώδης, όταν είδε ότι οι Μάγοι τον εξεγέλασαν, ωργίσθη παρά πολύ, και επάνω εις την φονικήν οργήν του έστειλε δημίους και έσφαξε όλα τα παιδιά, που ήσαν εις την Βηθλεέμ και εις τα περίχωρα αυτής από ηλικίας δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνον, τον οποίον είχε εξακριβώσει από τους μάγους. Τότε εξεπληρώθη εκείνο που είχε λεχθή από τον προφήτην Ιερεμίαν, ο οποίος είχε προφητεύσει· “Κραυγή πόνου και σπαραγμού ηκούσθη εις την περιοχήν Ραμά· θρήνος μεγάλος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς· όλαι αι μητέρες της περιοχής, απόγονοι της συζύγου του Ιακώβ Ραχήλ (η οποία είχε ταφή εκεί) έκλαιαν και εκόπτοντο δια τα φονευθέντα τέκνα των και δεν ήθελαν με κανένα τρόπον να παρηγορηθούν, διότι τα αθώα αυτά πλάσματα δεν υπάρχουν πλέον”.»

***

Διαβάζοντας με προσοχή την παραπάνω ευαγγελική περικοπή μαθαίνουμε και διαπιστώνουμε τα εξής:

· Οι τρεις Μάγοι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ από την Ανατολή και είπαν ότι είδαν εκεί ένα χαρακτηριστικό αστέρα που κατά τη γνώμη τους παρέπεμπε σε γέννηση κάποιου ξεχωριστού Βασιλιά και γι’ αυτό ζητούσαν να πληροφορηθούν επακριβώς για τον τόπο γέννησής του, για να τον επισκεφτούν και να τον προσκυνήσουν.

Επομένως (διαπίστωση πρώτη), όταν οι Μάγοι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ, το άστρο αυτό δεν έλαμπε στον ουρανό.

· Ο βασιλιάς Ηρώδης, αναστατωμένος, ζήτησε και έμαθε από τους Γραμματείς και Φαρισαίους του λαού όλες τις σχετικές πληροφορίες. Αυτοί επικαλούμενοι τον προφήτη Μιχαία τον πληροφόρησαν ότι ο νέος βασιλιάς, σύμφωνα με την προφητεία, θα γεννιόταν στη Βηθλεέμ.

Κατόπιν τούτου, ο Ηρώδης κάλεσε κρυφά τους Μάγους, για προφανείς βεβαίως λόγους, τους ενημέρωσε προς τα που θα πρέπει να κατευθυνθούν, δηλαδή προς τη Βηθλεέμ, και τους ζήτησε, όταν φτάσουν εκεί, αφού αναζητήσουν το νεογέννητο βρέφος και το βρουν, να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ και να πληροφορήσουν σχετικά τον ίδιο, για να επισκεφτεί και αυτός το νεογέννητο Βασιλιά.

Επομένως (διαπίστωση δεύτερη), την κατεύθυνση για τον τόπο γέννησης του νέου Βασιλιά δεν την έδωσε ο αστέρας στους Μάγους, αλλά ο ίδιος ο Ηρώδης. Άρα η φράση: «προῆγεν αὐτοὺς» (= «επροπορεύετο και τους ωδηγούσεν») έχει προφανώς άλλη βαθύτερη εξήγηση και σημασία, όπως θα δούμε παρακάτω.

· Όταν οι Μάγοι ετοιμάζονταν να ξεκινήσουν ή είχαν ήδη ξεκινήσει για τη Βηθλεέμ, κοιτάζοντας τον ουρανό, όπως συχνά θα έκαναν, ξαναείδαν στο ουράνιο στερέωμα τον ίδιο αστέρα που είχαν ήδη δει στην Ανατολή πριν αρκετό χρονικό διάστημα, και χάρηκαν πολύ γι’ αυτό.

Γιατί (διαπίστωση τρίτη) σίγουρα αυτό το γεγονός ήταν σημάδι, όχι για το πού θα πρέπει να κατευθυνθούν για να βρουν τον νεογέννητο Βασιλιά - αυτό το πρόβλημά τους, όπως είπαμε και παραπάνω, τους το είχε ήδη λύσει ο Ηρώδης - αλλά για να σιγουρευτούν ότι αυτό που πίστευαν οι ίδιοι, δηλαδή στην έλευση του νέου σημαντικού Βασιλιά, ήταν πέρα για πέρα αληθινό και άρα θα έπρεπε να προχωρήσουν, χωρίς καθόλου αμφιβολίες, στην πραγματοποίηση του σκοπού τους.

Επομένως, δεν τίθεται θέμα, για το εάν ο εν λόγω αστέρας θα μπορούσε ή όχι να κινείται στον ουρανό για να τους καθοδηγήσει ταξιδιωτικά, ώστε να φτάσουν στην Βηθλεέμ. Απλά με την εκ νέου παρουσία του και την απλή φαινόμενη κίνησή του στο νυχτερινό ουρανό, όπως εξάλλου κάνουν και όλα τα άλλα αστέρια, αφού δικαίωσε τις επιλογές των Μάγων, τους εμψύχωνε συνεχώς, ώστε να φτάσουν, αταλάντευτα, στο σκοπό τους.

Η επανεμφάνιση (διαπίστωση τέταρτη), όμως, του ίδιου ακριβώς αστέρα μετά από αρκετό χρονικό διάστημα στο ουράνιο στερέωμα παραπέμπει εύλογα σε καινοφανή ή υπερκαινοφανή αστέρα.

· Η απόφαση του Ηρώδη να σφάξει όλα τα νήπια της περιοχής της Βηθλεέμ, ηλικίας κάτω των δυο ετών, σημαίνει ότι οι Μάγοι τον είχαν πληροφορήσει ότι είχαν δει τον χαρακτηριστικό αυτό αστέρα δυο χρόνια νωρίτερα (διαπίστωση πέμπτη). Και αυτό πάλι παραπέμπει εύλογα σε καινοφανή ή υπερκαινοφανή αστέρα, καθόσον ένα από τα χαρακτηριστικά τους είναι να εκρήγνυνται, σε κάποιες περιπτώσεις, δυο και τρεις φορές.

· Η έκφραση: «ὁ ἀστὴρ […] ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον», που θεωρείται και η πιο προβληματική, δεν δημιουργεί, κατά τη γνώμη μας, δυσκολίες, διότι το εστάθη προέρχεται από το ρήμα ίστημι, το οποίο μεταξύ πολλών άλλων εννοιών έχει και την έννοια του παύω.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο χαρακτηριστικός αυτός αστέρας, εάν δεχτούμε ότι είναι υπερκαινοφανής ή καινοφανής θα έπαυσε - θα σταμάτησε να ακτινοβολεί ζωηρά και επομένως δεν θα ήταν ουσιαστικά ορατός στον ουρανό, όταν οι Μάγοι θα έφτασαν από την Ιερουσαλήμ στη Βηθλεέμ, μετά από κάποιες εβδομάδες πορείας τους, πράγμα που τους υποδείκνυε επιπλέον ότι η αποστολή του ξεχωριστού αυτού αστρονομικού σημείου, ως φορέα υπερφυσικού μηνύματος, είχε πλέον ολοκληρωθεί.

Μετά από όλα τα παραπάνω αναφερθέντα μπορούμε εύλογα να ισχυριστούμε, συνοπτικά, τα εξής:

1.Ο αστέρας της Βηθλεέμ φαίνεται ότι δεν ήταν ένα υπερβατικό φαινόμενο και η αναφορά σ’ αυτόν δεν συναρτάται με συμβολική αποστολική περιγραφή. αντίθετα ήταν ένα πραγματικό αστρονομικό γεγονός, που έλαβε χώρα στο ουράνιο στερέωμα στα χρόνια της Γέννησης του Χριστού, το οποίο λειτούργησε, κατά Θεία Οικονομία, και ως ένα υπερφυσικό - θεϊκό σημάδι.

2.Ο αστέρας της Βηθλεέμ είναι πολύ εύλογο να σχετιστεί με έκρηξη καινοφανούς, γιατί μια τέτοια υπόθεση φαίνεται πλησιέστερη στην πραγματικότητα από όλες τις άλλες που έχουν κατά καιρούς προταθεί, καθόσον η παρουσία ενός τέτοιου είδους αστέρα, όχι μόνο ταιριάζει χρονολογικά με τη Γέννηση του Χριστού, αλλά και η όλη συμπεριφορά - πορεία του φαίνεται ότι είναι συμβατή με την περιγραφή του Απόστολου Ματθαίου, στο παραπάνω αναφερθέν κρίσιμο απόσπασμα του Ευαγγελίου του (Κεφ. Β΄ στίχοι 1-12), εφόσον, βεβαίως, αυτό ερμηνευτεί όχι στενά, αλλά σε ένα δεύτερο επίπεδο, δηλαδή με ευρύτερη ματιά.

Τέλος, με τη φυσική εξήγηση του «καινοφανούς» αστέρα, όχι μόνο δεν ακυρώνεται, αλλά αντίθετα ενισχύεται η αλήθεια της σχετικής ευαγγελικής περικοπής του Απόστολου Ματθαίου και γενικότερα ενδυναμώνεται η πίστη των Χριστιανών, αναφορικά με την αλήθεια των Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης.

Στάθης Ασημάκης
26/12/2022