Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

Μια βόλτα στους Δελφούς το 1907.



Δ Ε Λ Φ Ο Ι
Τό Χρυσό. — Τό Καστρί.— Το «Δελφικόν Μουσείον».— Στάδιον, θέατρον, ναοί, θησαυροί . . .

Αφού ήρθα έως την Άμφισσα δεν ημπορούσα να μην πάω και εις τους Δελφούς, να προσκυνήσω το Θεό του Φωτός και να ιδώ τα τόσα αριστουργήματα της Αρχαίας Τέχνης. Έπειτα τρεις ώρες δρόμος είν' όλο το ταξείδι.
Μια μέρα λοιπόν επήγα με την άμαξα έως το Χρυσό κι' απόκει πάνου στους Δελφούς με τα ποδάρια.
Τό Χρυσό είν' ένα αρκετά μεγάλο χωριό,—1,500 κάτοικοι απάνου κάτου, — νέα πρωτεύουσα του δήμου Κρίσσης. Από την Αρχαία Κρίσσα μάλιστα γράφουνε και το χωριό Χρισσό, αν και σήμερα είνε πιο φυσικό να γράφουμε : Χρυσό. Ο κόσμος όμως εκεί, κατά τη συνήθεια πού 'χανε στη Ρούμελη να τρώνε τα φωνήεντα λέει :
Χρσό, Χσό, Κσό ή Ξό ! . . .
Το Χρυσό είν' ομορφούτσικο χωριό, σε ομορφούτσικη θέση χτισμένο και αρκετά πολιτισμένο.
Από το Χρυσό ετράβηξα το μονοπάτι-μονοπάτι τον ανήφορο, για να πάω στο Καστρί, τους αρχαίους Δελφούς, μοναχός μου, γιατί οδηγός ήτανε περιττός, αφού το Καστρί φαίνεται από το Χρυσό, απάνου' κει ψηλά. Και καθώς λέει η παροιμία — «Χωριό που φαίνεται κουλαούζο δε θέλει».
Το Καστρί είνε ένα χωριό ολοκαίνουργο. Όλα του τα σπίτια είνε καινούργια. Περίεργο κ' όμορφο !... Τα σπίτια του εχτιστήκανε εδώ καί 10 —15 χρόνια. Πριν το χωριό ήτανε λίγο μακρύτερα δύο λεφτά της ώρας μακρυά, εκεί πού 'ναι τ ' αρχαία.
Η γαλλική κυβέρνησις έκαμε συμφωνίες κι' αγόρασε όλο το χωριό για 470,000 δρ. — τις 70,000 έβαλε η Έλληνική κυβέρνησις — και κατόπι εκάμανε σ' εκείνο το μέρος ανασκαφές και βρήκανε όλα κείνα τα αριστουργήματα που προσκυνάει σήμερα όλος ο πολιτισμένος κόσμος.
Με αυτή όμως τη δουλειά, καθώς μου 'λέγανε εκεί πάνου, έπαθαν οι κάτοικοι μια νόστιμη.
«Εκεί πού είμεθα πριν ήτανε προφυλαγμένο το χωριό από τον αέρα κι ' από το κρύο κι' από την κάψα την πολλή. Οι προγονοί μας τόσους αιώνες εκυττάζανε κ’ εδιαλέξανε το καλλίτερο μέρος κ ' εχτίσανε το χωριό. Εμείς όμως τώρα το ματαχτί- σαμε μεμίας εδώ πέρα και δεν εκυττάξαμε για τους καιρούς. Κ' έτσι την πάθαμε, γι ατί τώρα εδώ έχουμε κρύο τρομερό κι αγέρα. Και το καλοκαίρι πολύ κάψα . . .
Τώρα, βλέπεις, είμαστε σ' εκτεθειμένο μέρος... Ενώ πριν ημάστενε καλά κει πίσω .. Δε μας έμελλε είτε χειμώνα, είτε καλοκαίρι για τίποτις...».
Το Καστρί σήμερα επολιτίστηκε κι ' οι άνθρωποι «εσυμορφωθήκανε»— καθώς λένε — λίγο κι ας ζούνε απάνου στ ' απόγκρεμο βουνό, κι' ας ήτανε εδώ καί 15 χρόνια εντελώς άγριοι. . . Πάνε πολλοί ξένοι, βλέπεις... Το καλοκαίροι μέρα δε λείπανε . Και το χειμώνα ακόμα έρχονται κάπου κάπου.
Γι’ αυτό και το Καστρί έχει δυό τρία καλά ξενοδοχεία κ' ένα καφενείο πολύ καλό. Ακόμα έχει και Ταχυδρομείο και Τηλεγραφείο, καθώς και δημοτικό σχολειό κι' από παιδιά κι' από κορίτσια.
Ο πληθυσμός από τους κατοίκους του σήμερα θα φθάνη τους 1200.
Δύο λεπτά της ώρας, απάνου κάτου, από το χωριό, το Καστρί, απάνω στον αμαξωτό δρόμο, βρίσκεται το «Δελφικόν Μουσείον» που εκτίστηκε μ' έξοδα του σχωρεμένου Συγγρού και της κυρίας του. Το Μουσείο αυτό έχει μέσα πολλά αξιόλογα αρχαία.
Ας το τριγυρίσουμε.
Μόλις έμπουμε βλέπουμ' ένα χάλκινο άγαλμα σε φυσικό μέγεθος, τέχνης αρχαϊκής. Αυτό θεωρείται το πολυτιμότερο και σπανιότερο εύρημα του Μουσείου. Προχωρώντας βλέπουμε διάφορα κομμάτια από αγάλματα με αγαλματάκια, επιγραφές κάθε λογής κι' αρχαία. Μεταξύ από αυτά, να και δύο αγγεία με ανάγλυφους παραστάσεις και χρωματισμένα. Σπάνια κι' αυτά στο είδος τους.
Ποοχωρώντας έπειτα ζερβά στο Μουσείο βλέπουμε ανάγλυφα — πολλά απ' αυτά καλής τέχνης—επιγραφές, κομμάτια από αγάλματα—άλλα αρχαϊκής τέχνης και άλλα της καλής εποχής—κομμάτια από κοσμήματα και ό,τι άλλο θέλετε, μ' ένα λόγο, που νά δείχνη την δύναμι της αρχαίας ελληνικής τέχνης.
— Να, μου λένε, κάτω κει, «αυτή η πέτρα είνε ο ομφαλός της γης. Αυτή ευρι- σκόντανε μέσ' στο ναό του Απόλλωνος εδώ στους Δελφούς κ' εσημείωνε το κέντρο της γης, τον ομφαλό της γης, που λέγανε πως είνε δω». Εκύτταξα τότες λοιπόν αυτή την πέτρα. Ήταν αρκετά μεγάλη κ' είχε απάνω διάφορα κοσμήματα.
Στο ύστερο, στην τελευταία αίθουσα ζερβιά, βλέπουμε μια γύψινη αναπαράσταση του «Θησαυρού των Κνιδίων» με της δύο αρχαϊκές καρυάτιδές του, κι' ολόγυρα διάφορα κομμάτια από το αρχαίο πρωτότυπο. Στην ίδια αίθουσα βρίσκεται και η «Σφίγξ των Ναξίων».
Γυρίζοντας έπειτα στο δεξί μέρος του Μουσείου βλέπουμε την περίφημη πλάκα με τον ύμνο του Απόλλωνος, που έχει ανάμεσα στα γράμματα και μουσικά σημεία των αρχαίων, που κάμανε μεγάλο θόρυβο όταν ανακαλύφτηκε.
Παραπέρα βλέπουμε κομμάτια από έργα τέχνης κι' από αρχαία κτίρια, και πρό πάν των, ένα μέρος από το στρογγυλό ναό της Αθηνάς. Και στο ύστερο βλέπουμε κάτι έξοχα κομμάτια από την κολώνα των χορευτριώνε, που μας δείχνουν όλη την άριστη αρμονικήν ομορφιά του σεμνού χορού των αρχαίων κοριτσιών. Είδα κει κοντά κι’ ολάκερη την κολώνα σ’ αναπαράσταση γύψινη. Κει μέσα βρίσκεται κ' ένα πλήθος αγάλματα — κάποια καλής τέχνης και κάποια Ρωμαϊκού καιρού με άμορφες γραμμές.
Πλήθος αξιόλογα ευρήματα κλει μέσα το «Δελφικό Μουσείο», που δεν μπορεί κανένας να μιλήση για όλα σ' ένα γράμμα.
Απ ' όξω από το Μουσείο βρίσκεται και μια σαρκοφάγος, που είνε το πρώτο εύρημα που βρέθηκε στους Δελφούς επί Καποδίστρια.


Και τώρα πάμε να τριγυρίσουμε τ’ αρχαία που 'ναι έξω από το Μουσείο.
Εύρηκα ένα χωριάτη που — κατά τη γνώμη του τουλάχιστον — ήταν αρκετά πολυμαθής, γιά να με οδηγήση στ' αρχαία.
Πρώτα-πρώτα λοιπόν επήγαμε στο ψηλότερο μέρος, όπου βρίσκεται το αρχαίο στάδιο, όπου εγενόντανε οί Πύθιοι αγώνες. Αρκετά μεγάλο στάδιο με τα περισσότερα θεωρεία γερά. Τό χιόνι εδώ και κει σκεπάζει το στίβο—χειμώνας είναι…
Κατεβαίνωμ' έπειτα παρακάτου και βλέπουμε το θέατρο. Κι' αυτό έχει τα θεωρεία του γερά, περισσότερα μάλιστα από το στάδιο.
Παρακάτου νά κι' ο περίφημος ναός του Απόλλωνος!... δηλ. τα θεμέλια του και κάτι πέτρες μόνο... Και εστάθηκα τότε επάνω στα ερείπια εκείνα του ναού του Μεγάλου θεού, του θεού του φωτός κ' εψιθύρισα τον γνωστό χρησμό :

«Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην,
Ού παγάν λαλέουοαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ !»

Πάει πια ! Τίποτες πια ! Αλλοίμονο πια !...
— Εδώ, μου λέει ο οδηγός μου, ήταν η Πυθία καθισμένη... Το' λ ε γ ε την άλλη φορά ο Ωμόλ που ήρθανε πολλοί μεγάλοι να ιδούνε δω...»
Παρακάτου βρίσκεται η «Στοά των Αθηναίων». Οι κολώνες είναι ριγμένες.
Με την Κασταλία θυμήθηκα και τις κουβέντες που μου'κανε ο οδηγός μου ο χωριάτης.
— Εδώ, μου' λεγε δείχνοντάς μου τη χαράδρα ανάμεσα στους δύο βράχους κοντά στην Κασταλία, «εδώ εσκοτώσανε τον Αίσωπο. Τον ερρίξανε από κει πάνου». Κ' έρριξε μιά πέτρα για να μου δείξη μ' αυτή το μέρος κ' έπειτα εξηκολούθησε :
— Εκατάλαβε της κατεργαριές της Πυθίας κ' ήθελε να τις βγάλη τις πομπές της στη φόρα και τότες τόνε πιάσανε και τόνε γκρεμίσανε απόκει !...»
Ακούστ' ακόμα λίγες από τις πληροφορίες του όδηγού μου όχι βέβαια για να  τις πιστέψετε
— Μια φορά ήλθε δω ο βασιλέας μας ο Γεώργιος. Ήτανε μόλις επρωτοήρθε στην Ελλάδα. Κ' ήθελε τότεε να πιη από το νερό της Κασταλίας. Του φέρανε λοιπόν ένα ποτήρι. Τότες του λέγει ο σχωρεμένος ο πατέρας μου, «Μεγαλειότατε, οι αρχαίοι επίνανε με τα χέρια». Καί τότες έσκυψε ο βασιλέας κ' έπιε με τα χέρια. Ο πατέρας μου — αφού το 'φερε ο λόγος—Πρέπει να σας ειπώ που γνώριζε όλους τους ξένους που ερχόντανε δω. Ο Δόν Πέτρος πού ήτανε βασιλέας στη Βραζιλία ήτανε πρώτος φίλος του . . . » .
Παρκάτου είν' ένας πλάτανος κι ' ένα μικρό εξοχικό καφενεδάκι.
 — Εδώ» μου λέει, ακάτ' απ ' αυτόν τον πλάτανο έκατσε ό Δελιγιάννης μια φορά που έκανε περιοδεία. Ήτανε μαζί με κάτι άλλους από το κόμμα. Επήγα τότε; Και τόν εχαιρέτησα. Εδώ πάνου λίγοι ημάστενε από κείνο το κόμμα. Εδώ όλοι είνε του Σιμόπουλο . . . »
Ο Ρωμιός, πάντα Ρωμιός. Πάντα τα πολιτικά του !...
Σε λίγο κατεβήκαμε αποκάτ' από το δρόμο σ' ένα μέρος που το λένε «Λογάρι». Εκεί βρίσκονται ερείπια από ένα στρογγυλό ναό της Αθηνάς, που, καθώς μου είπανε, θ' αναστηλωθή, καθώς κι' από άλλα αρχαία χτίρια.
— Αποπάνου δω,» μου λέει ο οδηγός μου «ήτανε μια εκκλησία. Κι' όταν εγκρε- μίσαμε το χωριό τη μετεφέραμε κάτου κει με στις ελιές . Και τωρα κει κάτου μόνο τα ζώα , μπαίνουνε μέσα, όταν βρέχει ... Έτσι περιφρονιώντ' οι εκκλησίες ! » .
Εκείνο που 'γραψα παραπάνου και δω. Όπως στην αρχαιότατα οι ναοί εμποδίζανε το χριστιανισμό, έτσι σήμερα οι εκκλησίες εμποδίζουν τα βρυκολακιασμένα αρχαία συντρίμια !...
Η αληθινή ψυχή των Δελφών σήμερα κει πάνου, ο αγαπημένος άνθρωπος σ' ολο το Καστρί, ο περιποιητικώτατος ξεναγός για τους ξένους είν'ο διευτηντής του «Δελφικού Μουσείου», Κοντολέων. Γλωσσομαθής, αρχαιομαθής, πολυμαθής, καλός άνθρωπος. Χρόνια τώρα μένει κει πάνου.
Όλοι όσοι πάνε στους Δελφούς μένουνε κατευχαριστημένοι μ' αυτόνε. Κ' εγώ περσότερα ίσως απ' όλους.
Σ' αυτά τα μέρη όλοι είναι φιλόξενοι Όλοι με περιποιηθήκανε περσότερο απ' ό,τι επερίμενα εκεί πάνου . Κι' αφού τα είδα όλα έφυγα για την Άμφισσα. Εύρηκα ένα μουλάρι και κατέβηκα.
Ο αγωγιάτης εβαρούσε από καμμία με τη βέργα του μουλαριού του καί φώναζε κάθε στιγμή.
- Όψ! — Ίιψ — Όψω! — Όψω να να . . . — Άαα!— "Αεί, που πεσες απά στην κατσάρα!...
Σέ λίγο όμως γυρίζει και μου λέει : 
— Κυττάχτε αντίκρυ εκεί. Κείνο το βουνό που το λέμε — με το συμπάθιο — παλούκι όποτε έχει, σαν τώρα, κατά στην κορφή σύγνεφα ο καιρός είναι για βροχή. Ποιος ξέρει αν θα προφτάσουμε νά μη βραχούμε . . . »
Επροχωρήσαμε, μα, μόλις επεράσαμ’ από το Χρυσό μας έπιασε μια βροχή, και τι βροχή! Άνοιξα μιαν ομπρέλα, καθώς ήμουν επάνω στό μολάρι, μα εβρεχόντανε τα ποδάρια μου . . . Έφαγα βροχή, που φχαριστήθηκα, όσο που, όταν κοντεύαμε στην Άμφισσα έπαψε.
Κι' ο αγωγιάτης όσο να φτάσουμε δεν έπαψε να δίνη από καμμία με τη βέργα στο μουλάρι του και να φωνάζει κάθε τόσο :
— Αϊ — Να α να ! . . . — Ί ι ι ι ! —Άει, κακό να σου 'ρθή! . . . — Άει, που να πάρ' ο διάολος τον πατέρα σου ! Άαα . . .
(Κέρκυρα, Φλεβ. 1907.)
Φώτος Γιοφύλλης