Ποτέ δεν έμαθαν την λειτουργία του.
Ούτε κατάφεραν να συνειδητοποιήσουν
γιατί το κράταγαν τόσα χρόνια, αφού σε τίποτα δεν τους χρησίμευε. Ίσως
δεν το πέταξαν επειδή παρόλο που είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που
το απόκτησαν, τους σαγήνευε το χρώμα του το οποίο παρέμενε άφθαρτο και
γυαλιστερό. Αυτό το ‘’μηχάνημα’’, όπως
το αποκαλούσαν, ήταν κατασκευασμένο από μέταλλο που δεν σκούριαζε! Ένας ακόμα
λόγος που γλύτωσε ήταν οι μνήμες που κουβάλαγε από την εποχή που ήταν αρκετά
νεότεροι, τότε που δεν τους πέρναγε από το μυαλό ακόμα η ιδέα ότι μπορεί και να
γεράσουν.
Αποτελείτο από δύο ‘’σίδερα’’ κάθετα μεταξύ τους. Το οριζόντιο ακουμπούσε κατά το μήκος του στο έδαφος, έχοντας φάρδος δέκα πόντους και μάκρος ένα μέτρο. Το κάθετο είχε το ίδιο πλάτος αλλά στο μισό μέγεθος. Αυτό κατέληγε σε στρογγυλή χειρολαβή στην απάνω μεριά, στην οποία ήταν προσαρμοσμένο ένα επιπλέον ξεχωριστό κομμάτι, που συνδεόταν με συρματόσχοινο με τη βάση της κατασκευής, ίδιο με το χειρόφρενο ενός σύγχρονου …. σκούτερ. Στην ένωση των δύο κομματιών ένα διπλό γρανάζι γινόταν οδηγός μιας ντίζας η οποία ήταν τυλιγμένη σε μορφή ελικοειδούς σπείρας. Το οριζόντιο μέταλλο έμενε σταθερό στο έδαφος, ενώ αντίθετα το κάθετο μετακινείτο παλινδρομικά μπρος πίσω, με τον χαρακτηριστικό ήχο κρακ-κρακ-κρακ, αναγκάζοντας το γρανάζι να μαζεύει την ντίζα. Όταν όμως το φρένο από την χειρολαβή την ελευθέρωνε, ακουγόταν ένας εκκωφαντικός μεταλλικός θόρυβος…. Γκάααπ! και το ‘’μηχάνημα’’ επανερχόταν στην αρχική του αδράνεια, χωρίς όμως να έχει παραχθεί απολύτως κανένα χειροπιαστό έργο!!!! Το μόνο που έμενε στον όποιο παρατηρητή, από αυτό το εργαλείο ήταν η εντύπωση που προκαλούσε με την περίεργη εμφάνισή του και με τον τελικό θόρυβο που δημιουργούσε. Αυτό λοιπόν το παράξενο αντικείμενο ήταν ….λάφυρο πολέμου! και βρισκόταν σταλιασμένο εκεί σε μια γωνία του μαραγκούδικου σχεδόν είκοσι χρόνια.
