Μεγαλώσαμε, εμείς τα παιδιά, παίρνοντας ενεργά μέρος, σε ό,τι αφορούσε τα κτήματα και τις γεωργικές ασχολίες στο χωριό εκείνη την εποχή. Δεν μας άρεσε καθόλου το «ξάρ(ι)σμα» των ελιών από τα αγριόχορτα, κάθε Αύγουστο, αλλά στο μάζεμα πηγαίναμε με χαρά. Κυρίως κατά την διάρκεια των χριστουγεννιάτικων διακοπών γιατί είχαμε παρέα και άλλα παιδιά, που κατηφόριζαν κι εκείνα στο Λόγγο με τους δικούς τους. Δεν ήταν η δουλειά που κάναμε, περισσότερο το παιχνίδι και την εξερεύνηση είχαμε στο νου μας, να δούμε την φωλιά του ασβού, για παράδειγμα, που μας είχε δείξει ο πατέρας μας, στις ελιές μας, στον Πύργο, περιμένοντας το κολατσιό, που ήταν πλούσιο αυτές τις μέρες, που είμασταν κι εμείς μαζί, μια και είχε περάσει και η νηστεία των Χριστουγέννων. Έτσι έμαθα και τις τοποθεσίες που είχαμε κτήματα. Αλλά μη μου πείτε να πάω να σας τα δείξω σήμερα, γιατί δεν θα τα βρω από τα πουρνάρια, που έχουν πνίξει τις ρίζες τις ελιές… Μόνο στην Αγιανάνα (Αγία Άννα) είναι διαφορετικά, χάρη στον πρωτοξάδερφο που τις νοιάστηκε, μαζί με τις δικές του, γιατί είναι αδερφομοίρια των πατεράδων μας.
Με τον τρύγο όμως ήταν αλλιώς, ήταν πανηγύρι. Δεν είχε φτάσει ακόμα η φυλλοξέρα στα αμπέλια της περιοχής μας και η κάθε οικογένεια είχε τουλάχιστον το αμπελάκι της για το κρασί της. Γεμάτο αμπέλια το χωριό, γύρω-τριγύρω. Από τις αρχές Οκτωβρίου που ωρίμαζαν και τα τελευταία, επάνω στον Λεγκερίσο, ξεκινούσε η διαδικασία του τρύγου, στην οποία υπήρχε αλληλοβοήθεια από την γειτονιά, γιατί τα σταφύλια δεν είναιόπως οι ελιές που μπορεί να περιμένουν στην άκρη μέχρι σχεδόν το τέλος της σοδειάς. Αν αρχίσεις να τρυγάς τα αμπέλια πρέπει σε μια-δυο μέρες να έχεις τελειώσει και με το πάτημα των σταφυλιών, γιατί είναι ευαίσθητος ο καρπός. Έρχονταν τα γεμάτα τρυγοκόφινα φορτωμένα στα μουλάρια και στοιβάζονταν για λίγο στην εξώπορτα. Είχαμε δικό μας ξύλινο πατητήρι στην αυλή, που το έπλενε η γιαγιά προσεκτικά από τις αρχές του μήνα, του Τρυγητού, όπως τον αποκαλούσε και το έστρωνε με σπαρτιές για να είναι έτοιμο. Ο πατέρας μας έβγαζε με την βοήθεια των γειτόνων τα βαρέλια έξω από το υπόγειο και τα έπλενε για να είναι κι εκείνα έτοιμα να δεχτούν τον καινούργιο μούστο.