Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Σκόρπιες γνώσεις ναι, σκόρπια λόγια όχι.

[8ο ]

Επιμέλεια : Στάθης Ασημάκης

Οικογενειακά


·οίκος. Αρχέγονη λέξη, καθόσον υπάρχει σε πολλές άλλες  γλώσσες, όπως: σανσκριτική(veca), ζενδική (vaesma), λατινική (vicus), γοτθική (weihs), παλαιοσλαβική (visi).
·μέλαθρον. Είναι η μεγάλη δοκός που βαστάει τη στέγη και κατ’ επέκταση ολόκληρη η οικία. Παράγεται από το μελαίνομαι, καθόσον ήταν καπνισμένη.
·όροφος. Είδος καλαμιού, του οποίου τα σταχυοειδή άνθη αναπτύσσονται σε πλούσιο θύσανο. Με αυτά κάλυπταν το δώμα των σπιτιών (καλαμωτή) εξου και ο όροφος του σπιτιού.
·θύρα. Εκ του θύω=ορμώ +αήρ.
·φλιά. Η παραστάδα της θύρας. Από το θλίβω=πιέζω  που λέγεται και φλίβω. Από τη φλιά παράγεται το κατώφλι.

***
·πατήρ. Η ρίζα του είναι σανσκριτική. Η λέξη μπαμπάς πιθανόν προέρχεται, μετά από διαπλασιασμό, από την  αρχαία συριακή λέξη ab(b)a=  πατέρας.
·θείος. Από το ηθείος=αδελφός. Ειδικότερα, ηθείος ήταν προσφώνηση νεότερου αδελφού προς μεγαλύτερο. Ηθείος=ο συνήθης, ο ακολουθών τα ήθη της οικογένειας εξ έθους.
·δαήρ.  Κουνιάδος. 
·γαλόως.  Κουνιάδα.
·εινάτερες. Συνυφάδες.
·μεσαιπόλιος και ωμογέρων. Χαρακτηρισμοί για τον άνδρα που βρίσκεται ανάμεσα στην ώριμη ηλικία και τα γηρατειά.
·εεδνωταί. Προικιστές, και κατ’ επέκταση  οι πεθεροί.
·άρρην. Από το άρω=συνδέω, συνάπτω, τίθημι πλησίον. Πιθανόν σημαίνει ο προς το θήλυ συναπτόμενος. Άλλοι το ετυμολογούν από το άρδω, αρδεύω, έρση=δρόσος,  στα κρητικά: έρσην=ο εκχύνων σπέρμα, γονιμοποιόν υγρόν.  
·θήλυ. Από το θω=τρέφω, θάλλω=ακμάζω, ανθίζω.
Η ελληνική γλώσσα ορίζει ότι «ο ανήρ γεννά» (ως φέρων το γόνον και διαιωνίζων τη γενεά), «η δε γυνή τίκτει». Τίκτω εκ του τεύχω=κατασκευάζω. Η γυνή τεύχει το τέκνον της επί εννέα μήνες. 
·παις.«Παρά τό πάλλεσθαι, εὐκίνητος γάρ ἡ ἡλικία» σημειώνει το Μέγα Ετυμολογικό. Πιθανόν από το παίω= κτυπώ, επειδή σ’ αυτήν την ηλικία  τα παιδιά λόγω της ορμητικότητάς των κτυπούν.
·παρθένος. Εκ του παραθήνη > παρθήνη > παρθένος (θάω=θηλάζω). «Ἡ περί ταύτην την ἡλικίαν οὖσα, καθ’ ἥν ὥραν ἔχει ἐκθρέψαι καί ἐκτῆσθαι μαστούς».
·παρθένιος. Αυτός που γεννήθηκε από κοπέλα, η οποία νομιζόταν παρθένος, ενώ είχε έλθει σε ερωτική επαφή λαθραία. 
·προιξ. Η μοναδική  ελληνική λέξη με κατάληξη -οιξ. Εκ του προ+ίκω, δηλαδή ποσόν, αξία, ακίνητο  καθορισθέντα πριν τη γαμήλια τελετή.
·νύμφη. Επειδή η νύμφη οδηγείτο στην οικία του γαμβρού τη νύκτα, η πομπή φωτιζόταν με λαμπάδες. «Νύμφας ἐκ θαλάμων, δαΐων ὑπό λαμπομένων», γράφει ο Όμηρος. Επίσης, πιθανόν να σχετίζεται από το νύβω=καλύπτω (εκ της καλύπτρας που έφερε), είτε τέλος  εκ του νέα φαίνεται.
·κουριδίη άλοχος. Η νόμιμη  σύζυγος.
·φιλοτήσια έργα. Οι ερωτικές πράξεις.
·οπυίοντες. Οι έγγαμοι.
·ηίθεοι. Οι άγαμοι.

***
Στην αρχαιότητα υπήρχε:

·Ο γάμος δι’ αρπαγής κατά τον οποίο ο γαμβρός άρπαζε (απήγαγε) τη νύφη και έφευγε προς σημείο, όπου κατά τη γνώμη του, θα τον άφηναν οι άλλοι ήσυχο.
·Ο γάμος δι’ αγοράς κατά τον οποίο δίνονταν τα έεδνα, δηλαδή το αντίτιμο της αξίας της νύφης.
·Ο γάμος δι’ εγγύης, ο οποίος ήταν και η πλέον αγνή μορφή γάμου, διότι δεν περιείχε ευθύς εξ’ αρχής ωφελιμιστικό και κερδοσκοπικό στοιχείο.
·Ο γάμος της επικλήρου κόρης.  Επίκληρος κόρη ήταν η μοναχοκόρη, της οποίας ο πατέρας είχε πεθάνει χωρίς να έχει αφήσει αρσενικά παιδιά, και αυτήν  την κόρη όφειλε να την παντρευτεί ο πλησιέστερος συγγενής, για να μην περιέλθει η περιουσία σε ξένη οικογένεια.
·καταχύσματα. Χούφτες από καρύδια, ξηρά  σύκα,  αμύγδαλα, που έριχναν στους νεόνυμφους.
Το γάμο συνόδευαν τελετές και τραγούδια του γάμου. Αυτά ήσαν :
· τα όρθρια (δηλαδή του πρωινού),
· τα επαύλια (δηλαδή της εσωτερικής αυλής) και
· τα κατακοιμητικά (του επερχόμενου ύπνου).              
Η λύση του γάμου γινόταν με τους εξής τρόπους:
·με την απόπεμψη, κατά την οποία ο άνδρας έδιωχνε τη γυναίκα από το σπίτι του.
·με την απόλειψη, κατά την οποία η γυναίκα εγκατέλειπε το σπίτι του άντρα της. Προηγουμένως, όμως, έπρεπε να καταθέσει αυτοπροσώπως στον άρχοντα της πόλης τη σχετική αίτηση διαζυγίου που ονομαζόταν το της απολείψεως γράμμα.  
·με την αφαίρεση, κατά την οποία ο πατέρας της νύφης επενέβαινε και έπαιρνε πίσω την κόρη του.
Στην αρχαία Αθήνα η αγαμία και η οψιγαμία (αργοπορημένη σύναψη γάμου) τιμωρούνταν με χρηματική ποινή (δίκη αγαμίου, δίκη οψιγαμίου).
·γήρας. Από το γη+οράω ή ρέω. «Ἀπό τό ἐγγύς εἶναι θανάτου, ἤ διά τό εἰς γῆν ὁρᾶν… παρά τό γῆν νεύειν ἤ παρά τό εἰς γῆν ρέειν». Άλλοι το ετυμολογούν από το κήρα= φθορά, κηραίνω=φθείρω.
χαρακτηρισμοί των γηρατειών του ανθρώπου.
λυγρόν γήρας (μελαγχολικό, λυπηρό),
χαλεπόν γήρας (δύσκολο),
στυγερόν γήρας (μισητό, αποτρόπαιο, απεχθές).
·κληρονομία. Η αφθόνητη και δίκαιη απόκτηση πατρικής περιουσίας από τα παιδιά. Προέρχεται από τη λέξη κλήρος, διότι παλιά (κι έτσι πρέπει να γίνεται και σήμερα για την αποφυγή παραπόνων) η περιουσία μοιραζόταν κατά το δυνατόν σε ίσα τμήματα από το γονιό και αφού έπεφτε ο σχετικός κλήρος μεταξύ των παιδιών γινόταν η υλοποίηση της κληρονομιάς.
·κλήρος, λήξις. Και οι δυο αυτές λέξεις σημαίνουν περιουσία. Η λέξη κλήρος παράγεται από το «κλαράκι». Κατά την κλήρωση ο καθένας τοποθετούσε το δικό του «ξυλαράκι» με χαραγμένα επάνω σημεία ή γράμματα, μέσα σε κοίλο σκεύος (στον πόλεμο μέσα σε περικεφαλαία) και στη συνέχεια το κουνούσαν μέχρις να  εκτιναχθεί  και πέσει στη γη ο πρώτος «κλάρος» ή «κλήρος». Γι αυτό και σήμερα ακόμη λέμε «μου έπεσε ο κλήρος».
Η λήξις παράγεται από το λαγχάνω=λαμβάνω μερίδιο δια κλήρου (από τον αόριστο έλαχον προέρχεται η λέξη λαχείο). Ληξιαρχικόν Γραμματείον «εἰς ὅ ἐνεγράφοντο οἱ τελεωθέντες  τῶν παίδων, οἷς ἐξῆν (=ήτο δυνατόν) ἤδη τά πατρῶα οἰκονομεῖν, παρ’ ὅ καί τούνομα  γεγονέναι, διά τό τῶν λήξεων ἄρχειν .  λήξεις εἰσί οἱ τε κλῆροι καί αἱ οὐσίαι».
·χηρωσταί. Οι μακρινοί συγγενείς που κληρονομούν λόγω έλλειψης τέκνων.
·χαμαιευνάδες. Αυτοί που κοιμούνται “στρωματσάδα”
·δούλος. Από το δέω=δένω, οιονεί ο δεμένος, αυτός που δεν μπορεί να πάει όπου αγαπά.

***
· Από τον Όμηρο:

 «Ἀλλ’ εἰς οἶκον ἰούσα τά σ’ αὐτῆς ἔργα κόμιζε.» =
«Αλλά πήγαινε στο δωμάτιό σου και φρόντιζε τις δουλειές σου.»
«Παῦροι γάρ τοῖ παῖδες ὁμοῖοι πατρί πέλονται,
οἱ πλέονες κακίους, παῦροι δέ τε πατρός ἀρείους.» =
 «Διότι βεβαίως λίγα τέκνα γίνονται όμοια προς τον πατέρα, τα περισσότερα  γίνονται χειρότερα, πάρα πολύ δε λίγα καλύτερα του πατέρα.»
«Ἀνδρά τε καί οἶκον, καί ὁμοφροσύνην ὁπάσειαν ἑσθλήν. οὐ μέν γάρ τοῦ γε κρεῖσσον καί ἄρειον, ἡ ὁθ’ ὁμοφρονέοντε νοήμασιν οἶκον ἔχητον ἀνήρ ἠδέ γυνή. πόλλ’ ἄλγεα δυσμενέεσσιν, χάρματα δ’ εὐμενέτησι, μάλιστα δέ τ’ ἔκλυον αὐτοί.» =
«Διότι δεν υπάρχει κάτι καλύτερο και λαμπρότερο απ’ αυτό, παρά όταν ο άντρας και η γυναίκα  φροντίζουν για το σπίτι  συμφωνώντας στις γνώμες (τους). (Κι αυτό είναι) μεγάλη λύπη για τους εχθρούς, χαρά για τους φίλους, μάλιστα δε αυτοί (το) αισθάνονται.»
«Τίς; πόθεν εἰς άνδρῶν; Πόθι τι πόλις ἠδέ τοκῆες;» =
«Ποιος άνθρωπος είσαι και από πού; Ποια είναι η πόλη σου και οι γονείς σου;»
«Δεῦρο, φίλη, λέκτρονδε, τραπείομεν εὐνηθέντες.» =
 «Έλα αγάπη (μου) να πλαγιάσουμε, να ευχαριστηθούμε τον έρωτά μας.»
«Τοῦ γάρ τε ξεῖνος μιμνήσκεται ἤματα πάντα ἀνδρός ξεινοδόκου, ὅς κεν φιλότητα παράσχῃ.» =
«Διότι ο ξένος θυμάται όλες τις μέρες (πάντα) εκείνον τον άνδρα, ο οποίος τον φιλοξένησε και ο οποίος του παρέσχε περιποίηση. »
«Ἀλλ’ εἰς οἶκον ἰούσα τά σ’ αὐτῆς ἔργα κόμιζε, ἱστόν τ’ ἠλακάτην τε, καί ἀμφιπόλοισι κέλευε ἔργον ἐποίχεσθαι. Τόξον δ’ ἄνδρεσσι μελήσει πᾶσι.» =
«Αλλά αφού πας μέσα στο σπίτι, φρόντιζε τις δουλειές σου, τον αργαλειό και τη ρόκα σου και πρόσταξε τις δούλες σου  να κάνουν τις δουλειές τους. Για το τόξο οι άντρες θα νοιαστούνε.»

·Από το έργο «Περί Παίδων αγωγής» του Πλούταρχου:

«Ὅταν δέ κρηπίς μή καταβληθῇ γένους ὀρθῶς, ἀνάγκη δυστυχεῖν τούς ἐκγόνους.» = «Όταν το θεμέλιο της γενιάς δε μπει σωστά, είναι λογική συνέπεια να υποφέρουν οι απόγονοι».
 «Διδασκάλους γάρ ζητητέον τοῖς τέκνοις, οἱ καί τοῖς βίοις εἰσίν ἀδιάβλητοι καί τοῖς τρόποις ἀνεπίληπτοι καί ταῖς ἐμπειρίαις ἄριστοι.» =
 «Πρέπει να αναζητούμε δασκάλους για τα παιδιά μας αδιάβλητους στην προσωπική τους ζωή, αψεγάδιαστους στη συμπεριφορά και άριστους στην κατάρτισή τους.»
«Πολλάκις Σωκράτης, ἐκεῖνος ὁ παλαιός, ἔλεγεν, ὅτι εἴπερ ἄρα δυνατόν ἥν, ἀναβάντα ἐπί τό μετεωρότατον τῆς πόλεως ἀνακραγεῖν μέρος ‘‘ὤ άνθρωποι, ποι φέρεσθε οἵτινες χρημάτων μέν κτήσεως πέρι  πάσαν ποιεῖσθε σπουδήν, τῶν δ’ υἱέων, οἷς ταύτα  καταλείψετε, μικρά φροντίζετε;’’» =
 «Πολλές φορές εκείνος ο παλαιός Σωκράτης έλεγε, ότι εάν βεβαίως ήταν δυνατό, θα ανέβαινε στο πιο ψηλό μέρος της  πόλης και θα κραύγαζε: ‘‘ώ άνθρωποι, που το πάτε εσείς, που κάνετε το παν για να κερδίσετε χρήματα ενώ αδιαφορείτε εντελώς για τα παιδιά σας, στα οποία θα αφήσετε τις περιουσίες σας;’’».
 «Φίλων ἁμαρτήματα φέρομεν. Τί θαυμαστόν εἰ τέκνων;» =
«Τα λάθη των φίλων μας τα ανεχόμαστε, πού είναι το παράξενο να ανεχτούμε και τα λάθη των παιδιών μας;».
«Ὡς οἱ γε μακρῷ κρείττους ἑαυτῶν λαμβάνοντες οὐ τῶν γυναικῶν ἄνδρες, τῶν δέ προικῶν δοῦλοι λανθάνουσι γιγνόμενοι.» =
 «Γιατί, όσοι παντρεύονται πολύ ανώτερες από τους εαυτούς τους δε συνειδητοποιούν ότι δεν είναι σύζυγοι των γυναικών τους, αλλά δούλοι της προίκας τους».
«Ὁπου γάρ γέροντές εἰσίν ἀναίσχυντοι, ἐνταῦθ’ ἀνάγκη καί νέους ἀναιδεστάτους εἶναι.» =
«Γιατί, όπου υπάρχουν γέροι ξεδιάντροποι, εκεί είναι φυσικό να υπάρχουν και νέοι αναιδέστατοι».

***
Έχουν πει:

·Ο Βενιαμίν  Φραγκλίνος: «Όπου υπάρχει γάμος χωρίς αγάπη, θα υπάρξει αγάπη χωρίς γάμο».

·Ο R. Russel :
«Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική, μαθαίνει να κατακρίνει.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα, μαθαίνει να καυγαδίζει.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία, μαθαίνει να είναι ντροπαλό.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή, μαθαίνει να αισθάνεται ενοχή.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση, μαθαίνει να υπομονετικό.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έπαινο, μαθαίνει να εκτιμά.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στη δικαιοσύνη, μαθαίνει να είναι δίκαιο.
 Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια, μαθαίνει να πιστεύει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία, μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση.
Αν ένα παιδί ζει μέσα σε παραδοχή και φιλία, μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο.»

Και δυο ξένες παροιμίες:

·«Ό,τι δεν μπορεί να κάνει  ίδιος ο διάβολος το αναθέτει στη γυναίκα.» (Ιρλανδική).

·«Η γυναίκα αγαπά τον άγγελο, αλλά τρελαίνεται για το διάβολο.» (Ισπανική).