Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΟΙ ΓΕΡΟΙ ΤΗΣ ΑΡΑΧΩΒΑΣ


"Δεν  πρέπει να νομίσετε ότι η Αράχωβα του Παρνασσού, το χωριό όπου ο Καραϊσκάκης κέρδισε την ονομαστή νίκη του 1826, είναι ο τόπος όπου αποκλειστικά και μόνον βασιλεύουν τα γεράματα. Υπάρχουν νιάτα ζωντανά που μπορείτε να τα συναντήσετε στις πλατείες του χωριού, κάτω από τα πλατάνια του πολιούχου της μικρής αυτής πολιτείας που έχει σήμερα περίπου 5000 κατοίκους. Το χωριό αυτό με την ιδιότυπη βουνίσια ομορφιά του έχει επίσης  όμορφα κορίτσια ντυμένα με τις τοπικές ενδυμασίες των, που τις δούλεψαν οι ίδιες στον αργαλειό τους.
Δίπλα όμως στους καινούργιους αυτούς ανθρώπους υπάρχει η επιβλητική και λεβέντικη αραχωβίτικη γερουσία, η οποία και προσδίδει στο χωριό μια εντελώς δική του όψη. Λίγο ψηλότερα από τα τελευταία σπίτια του χωριού, στις κορυφές του Παρνασσού, τα έλατα χαίρονται το δικό τους βασίλειο. Στις προσβάσεις του βουνού, στους στενούς δρομίσκους της Αράχωβας υπάρχουν οι γέροι, αυτοί που μοιάζουν με τα ψηλόκορμα έλατα. Φύτρωσαν όμως χαμηλότερα από το κανονικό τους υψόμετρο.

Η Αράχωβα είναι πολύ κοντά στην Αθήνα. Είναι χωριό με μεγάλη κίνηση και αποτελεί μια ευχάριστη προεισαγωγή για το Δελφικό τοπίο που έρχεται αμέσως ύστερα από αυτήν. Με τις σημερινές οδικές βελτιώσεις που έχουν γίνει στο δρόμο Λεβαδείας – Αραχώβης έχει γίνει τώρα πιο εύκολη και το αυτοκίνητο χρειάζεται 3 με 3 ½ ώρες για το χωριό.
Η Αράχωβα προβάλλει μπροστά σας ξαφνικά σε μια στροφή του ανηφορικού δρόμου. Παρουσιάζεται στα μάτια σας την ώρα που  δεν περιμένετε να δείτε τίποτε για να σας υποδηλώσει την παρουσία ανθρώπων μέσα στα ψηλώματα εκείνα του βουνού. Είναι ένα χωριό με μια εντελώς δική του αρχιτεκτονική και μ’ ένα ιδιότυπο πύργο, όπου σ’ αυτόν υπάρχει το ρολόι.
Ταξίδευα την τελευταία ημέρα του χρόνου για την Αράχωβα. Ένα μήνυμα από κάποιον φίλο μου μας καλούσε να δεχθούμε το καλωσόρισμα του χρόνου  στα ψηλώματα του Παρνασσού με πραγματικό χιόνι και έλατα. Από τη Λειβαδιά κι’ ύστερα κι’ ενώ συνεχώς σκαρφαλώναμε το βουνό το χιόνι μας προειδοποιούσε όλο και περισσότερο για την παρουσία του. Η Αράχωβα μας δέχθηκε αργά την νύκτα χιονισμένη μα γεμάτη ζωή στα καταστήματα και τις ταβέρνες.
Ανάμεσα στην πολυπληθή πελατεία που περίμενε το φθάσιμο του Αι’ Βασιλειού για να τον χαιρετίσει ήσαν και οι γέροι, οι εβδομηντάρηδες Αραχωβίτες, που καθισμένοι στα τραπεζάκια τους έπιναν το γνωστό κοκκινέλι και κάπου – κάπου καμιά ελιά για μεζέ ή λίγη νόστιμη φέτα. Ο μπάρμπα Τσελεπής ο γνωστότατος πρωτόγερος της Αράχωβας καθόταν κι’ αυτός στο τραπέζι και με την δική του συντροφιά έπινε το κρασί του. Είναι ο περισσότερο γνωστός γέρος του χωριού. Τον ξέρουν επίσης εκατοντάδες ξένοι που πέρασαν από το χωριό και μερικοί από αυτούς θυμούνται τον φουστανελά με τα αιώνια γεράματα. Άλλοι πάλι όταν συναντούν Αραχωβίτες ρωτούν ανάμεσα στ’ άλλα τι γίνεται ο γέρο Τσελεπής.
Το χωριό από μια παλαιά παράδοση έχει δώσει στους γέρους του μια εντελώς ξεχωριστή θέση. Φυσικά παντού τιμούν τα γεράματα μα αυτό που γίνεται στην Αράχωβα δεν έχει ακριβός σχέση με μόνον τον σεβασμό της ηλικίας. Είναι μια πρωτοκαθεδρία που παραχωρείται στους λεβεντόγερους εκείνους που παρά τα χρόνια στέκουν μέσα στο χωριό υψηλοί γεμάτοι ζωή επιβεβαιώνοντας έτσι την  βιολογική δύναμη, τις βαθιές ρίζες της φυλής. Τι άλλο νόημα μπορεί να έχει η εντελώς τιμητική θέση που έχουν στο πανηγύρι του πολιούχου της Αραχώβης, Αγίου Γεωργίου, όταν αυτοί με τον χορό τους, τον χορό των γερόντων ανοίγουν την γιορτή ; Ή τι άλλο μπορεί να αποδεικνύει ο περίεργος εκείνος αγώνας στην ανηφοριά του βουνού όπου αγωνίζονται γέροντες για το βραβείο ;
Κάθε τόπος έχει τις δικές του ομορφιές και τα δικά του προϊόντα. Στην κάθε περιοχή της Ελλάδος οι άνθρωποι έχουν τα δικά τους προτερήματα. Η Αράχωβα του Παρνασσού ανάμεσα στα άλλα της προσόντα έχει το προνόμιο να ζουν εκεί οι ευσταλείς αυτοί γέροι, τους οποίους το χωριό τους παρουσιάζει με υπερηφάνεια στους ξένους που το επισκέπτονται."
     

Πριν από λίγα χρόνια μου έκαναν δώρο την παραπάνω φωτογραφία και δεν πίστευαν τα μάτια μου αυτό που έβλεπαν. Όταν σκέφτηκα να την δημοσιεύσω μου έρχονταν χιλιάδες σκέψεις και συναισθήματα στο μυαλό μου αλλά δεν μπορούσα να τα εκφράσω ή να τα αποτυπώσω, ώσπου βρήκα το  κείμενο αυτό που δημοσιεύτηκε το 1957 στο περιοδικό ΑΤΛΑΝΤΙΣ που εκδιδόταν στην Αμερική από την Ελληνική ομογένεια, και πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο τέλεια περιγραφή για αυτή την φωτογραφία.
Σημείωση : Φωτογραφία και κείμενο είναι της ίδιας εποχής.