Το παρακάτω κείμενο του
αγαπητού φίλου Χ. Μαυρόπουλου δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα "Η
ΑΡΑΧΩΒΑ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ" τον φεβρουάριο του 1974
Η ΕΛΙΑ
Γράφει ο Χ.Μαυρόπουλος
Το
καινούργιο μου θέμα, μοιάζει σαν παραμύθι κι όμως διαβάζοντάς το όλοι θα
συμφωνήσετε πως είναι πέρα για πέρα αληθινό.
Ήταν που
λέτε μια φορά, πριν από πολλά χρόνια σε μια περιοχή έξω μακριά από το χωριό
μας, που τη λένε «μπεχούβεσι» ένα μικρό περιβολάκι από αγριοελιές.
Τις είχε
φυτέψει ένας γέρος.
Κάθε μέρα
κούτσα – κούτσα με το γαϊδαράκο του, πήγαινε και περιποιόταν τα δεντράκια του.
Πέρασε λίγος
καιρός έτσι κι ύστερα ο γέρος χάραξε το λεπτό κορμάκι κάθε αγριδιού με τον
σουγιά του και «μπόλιασε» τα κορίτσια του.
Έτσι τα’
λεγε.
Πολλές φορές
τον ρωτούσαν στο δρόμο περαστικοί αγωγιάτες.
… Για πού
τό’ βαλες γέρο ;
… Πάω να δω
τις κοπελλοπούλες μου απαντούσε και το πρόσωπό του φεγγοβολούσε από χαρά.
Μπόλιασε
λοιπόν ο γεράκος τις κοπελλοπούλες του και τις έκανε ήμερες.
Ήμερες ελιές
ευλογημένες από το θεό για τους ανθρώπους, έτοιμες να προσφέρουν το θείο δώρο,
το καρπό τους σ’ αυτόν που θα τις αγαπούσε και θα τις περιποιόταν.
Κι άρχισε το
κλάδεμα, το πότισμα, το αναμόχλεμα στα ριζά του κορμιού, για τα παράσιτα
χορτάρια.
Και οι ελιές
μεγάλωναν.
Κι ήρθαν κι
άλλοι χωριανοί, φύτεψαν κι αυτοί το ευλογημένο δένδρο.
Γέμισ’ ο
τόπος στα πόδια της Αράχωβας από ελιόδενδρα.
Ένα δάσος
από αδελφωμένες κοπελλοπούλες, χαρούμενες, καμαρωτές, δροσερές.
Πέρασαν
χρόνια, μεγάλωσαν οι μικρές, γέρασαν οι μεγάλες και στα κορμιά των γερασμένων,
το χέρι του έμπειρου κλαδευτή, άφηνε να καμαρώνουν, βλαστάρια νέα τα λουμάκια,
περήφανα.