Μ Η Τ Σ Ο Σ Μ Η Τ Α Λ Α Σ
Χρίστος Ε. Μαυρόπουλος
Έχει η
παράδοση, πολλά χαρίσματα κι εικόνες.
Κι η κάθε μια την εμορφιά της.
Όμως μην και
ξεστρατίσει το φεγγί σας και πάει σε φτιασιδώματα καιρών, τσαλίμια τάχατες και
σε μαριόλικα καμώματα.
Όχι, για το
Θεό.
Μιλώ για την
αλήθεια των ανθρώπων !
Κι αλήθεια
είναι η ζωή, ο ασπασμός στον πηγαιμό, στα ήθη κι έθιμά μας.
Αυτά μας
ξεχωρίζουν απ’ τους άλλους.
Κι ο κάθε
λαός και η περφάνεια του.
Ο κάθε τόπος
και το μπόϊ του.
Κι όσο για
μπόϊ θαρρώ Εμείς που απ’ τον Παρνασσό ψηλαγναντεύουμε τον κόσμο, με
σεμνοπρέπεια, πολιτισμό κι αντρειωσύνη, ίσως και να ‘μαστε και πιο κοντά στη
ζωή, στον ουρανό, στον ασπασμό και μακριά από τις τσιριμόνιες των καιρών.
Μπορεί και
να ‘μαστε οι Ξεχωριστοί !
Αυτοί που
δεν αποκοπήκανε από τις ρίζες τους.
Δεν
λιγοψύχησαν και δε μαγεύτηκαν απ’ το τραγούδι των σειρήνων, μιας νιόκοπης
προόδου και τεχνολογίας.
Κι αυτό
γιατί μες στο αστράψιμο, στην αλλαγή του Κόσμου, Εμείς οι ίδιοι απομείναμε, σαν
τα παλιά, τα ορειχάλκινα αγάλματα με την ψιλή την τέχνη τους, τα
καλεμοσκαλίσματά τους, που δεν τα βλάφτουν οι καιροί, η σκουριά και η αμάχη των
ανθρώπων !
Κάπως έτσι
θαρρώ μπορεί και να΄ναι η φτιασιά μας, τι κάθε ορειχάλκινο άγαλμα έχει και το
χρέος του ! Κι όλα αντάμα το σημαιόξυλο ψηλά σηκώνουν της φαμελιάς, του Τόπου,
του πολιτισμού, για να ξεδιπλωθεί απάνω του, φαρδειά, πλατειά, η σημαία της
Παράδοσης και του Ελληνισμού !
Αριστερά : Δημήτριος Μήταλας - Δεξια : Γεώργιος Ανδρέου - Λεόντιος |
Και τότενες
εκεί θωρείς χέρια πολλά, χέρια γερά, μπαρουτοκαπνισμένα χέρια, ν΄αναβαστάν το
μαλαμοκεντημένο λάβαρο που αναπετάει σε μαρμαρένια αλώνια και σε βαριογιορτές
Χριστιανοσύνης !
Δυο απ΄αυτά
τα χέρια τα θαρρετά και τα γερά, που βόχθησαν στο αναβάσταγμα του λάβαρου της
πίστης και της παράδοσης για χρόνια, ήταν κι αυτά του ΜΗΤΣΟΥ ΜΗΤΑΛΑ.
Ξωτάρης,
γιδοβοσκός ο ΜΗΤΑΛΑΣ του βουνού και τ΄ουρανού !
Μπροστάρης
στη γιορτή τ΄ΑΪ-ΓΙΩΡΓΗ και του ΠΑΝΗΓΥΡΙΟΥ !
Σάρκωμα
θαρρείς από ατσάλι, καραβοσιά από ευλογημένο κόκκαλο, κι οι δρασκελιές του με
φτερά !
Ζωγράφιζε
του ΜΗΤΑΛΑ η περπατησιά και στου «Μουστάμπεη» την ανηφοριά, αγέρας το πιλάλημά
του, άνεμος του Παρνασσού λεβεντωσύνης κι αντρειάς.
Μια
καστρόπορτα κράτησε ο ΜΗΤΑΛΑΣ στην παράδοσή μας ανοιχτή.
Μια
καστρόπορτα που δεν την γράφουν τα χαρτιά, μήτε και τα στορήματα για να
τ’ακούνε τα παιδιά, μονέ να τη θωρούν μπορούνε πάντοτε ανοιχτή, να χαίρονται,
να μπαινοβγαίνουνε και να πληθιαίνει έτσι η ξεχωριστή μας η κλερονομιά !
Γεννήθηκε
στα 1911 κι «έφυγε» στα 2011, εκατό χρονώ, βαστώντας έτσι, με τη βοήθεια του
Θεού, της φαμελιάς του την παράδοση.
Η μάνα του
«έφυγε» εκατόν οχτώ χρονώ και η γιαγιά του εκατόν δέκα τρία. !!!