Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2018

1890:Παρ’ ολίγον φόνος για την κλοπή μιας… “Kαππότας”



Κακουργιοδικεον μφίσσης
Συνεδρίασις  τ  13η πριλίου

Σήμερον τὸ ἑδώλιον τοῦ κατηγορουμένου κατεῖχεν ὁ Ἀναστάσιος Καραποῦλος ἐτῶν 18 καὶ ποιμήν τὸ ἐπάγγελμα, γεννηθείς καὶ κατοικῶν ἐν Διστόμῳ τῆς Λεβαδείας, ἵνα δικασθῇ ὅτι τὴν 24ην Σεπτεμβρίου 1888 ἐν τῇ θέσει «Σπέντσο» τῆς Ἀραχώβης σκοπῶν ν’ ἀναιρέσῃ τὸν Κωνσταντῖνον Τιμ. Κέντρον ἀπεφάσισε καὶ πρὸς τοῦτο ἐπεχείρησεν ἐξωτερικήν πρᾶξιν περιέχουσαν ἀρχήν ἐκτελέσεως ἤτοι δι’ οὗ ἔφερε πυροβόλου ὅπλου πλήρους πυρίτιδος καὶ σφαιριδίων ἐπυροβόλησε κατ’ αὐτοῦ ἐξ ἐγγυτάτης ἀποστάσεως, ἀλλ’ ἐκ τύχης καὶ περιστατικῶν ἀνεξαρτήτων τῆς θελήσεώς του ἀπέτυχε τοῦ ἀνθρωποκτόνου σκοποῦ του, ἐπλήγωσεν ὅμως αὐτόν καιρίως εἰς τὸν τράχηλον.
Εἰς ὑποστήριξιν τῆς κατηγορίας ἐξητάσθη ὁ μάρτυς Θεόδωρος Σταθοῦκος καὶ ὁ παθών Κέντρος, ὅστις κατατέθηκε τὰ ἑξῆς. « Ὁ κατηγορούμενος τοῦ ἔκλεψε τὴν καππότα* του ἐκ τῆς στρούγκας του, τὴν ὁποίαν ἠρνεῖτο νὰ ἀποδώσῃ αὐτῷ, ἀλλά καὶ ὁσάκις μετέβαινεν εἰς τὸ ποιμνιοστάσιόν του, προσεπάθη ὁ κατηγορούμενος καὶ τὴν ἀπέκρυπτεν. Κατά τὴν 24ην Σεπτεμβρίου ὁ παθών εἶδε μακρόθεν τὸν κατηγορούμενον βόσκοντα τὸ ποίμνιόν του καὶ φοροῦντα τὴν κλαπεῖσαν καππότα του. μετέβη εἰς τὸ μέρος αὐτό «Σπέντσο». ὅτε τὸν εἶδε ὁ κατηγορούμενος καὶ ἀμέσως ἔλαβε θέσιν ἀμυντικήν, λέγων τῷ παθόντι νὰ μὴ τὸν πλησιάσῃ, διότι θὰ τὸν φονεύσῃ. Ὁ παθών μὴ ὑποπτευθείς ὅτι ἤθελεν προβῇ καὶ εἰς ἔργον ἐπλησίασεν αὐτόν εἰς ἀπόστασιν τριῶν βημάτων, ὅτε ὁ κατηγορούμενος Καραποῦλος ἐπυροβόλησε κατ’ αὐτοῦ καὶ τὸν ἐπλήγωσεν εἰς τὸν λαιμόν.»

Ἡ εἰσαγγελική Ἀρχή ἐζήτησε τὴν ἐνοχήν του συμφώνως τῷ κατηγορητηρίῳ της, ἤτοι ἐπ’ ἀποπείρᾳ ἀναιρέσεως, ἡ δ’ ὑπεράσπισις τὴν ἀπαλλαγήν του. ἄλλως τὴν ἐνοχήν εἰς βαθμόν τραύματος.

Ἡ ἐτυμηγορία ἦτο καταφατική, σύμφωνος τῷ κατηγορητηρίῳ, τὸ δὲ δικαστήριον τῶν συνέδρων κατεδίκασεν αὐτόν εἰς φυλάκισιν δύο ἐτῶν καὶ μηνῶν ἕξ καὶ ἡμίσεως.

*Το χοντρό μάλλινο πανωφόρι, με κουκούλα και χωρίς μανίκια, χαρακτηριστικό χειμερινό ένδυμα των βοσκών.