Μοσχοφόρος
Κούρος(περ.570 π. Χ.)/Αραχοβίτης νέος 2004,
σαν να μη πέρασε μια μέρα. |
Του
Στέργιου Μπακολουκά
Το «πανηγυράκι», που αποτελεί
την κορυφαία ετήσια εκδήλωση της Αραχοβίτικης κοινωνίας, εκφράζει τη γνήσια και
αυθεντική πολιτισμική, πολιτιστική και θρησκευτική πλευρά της ντόπιας ψυχής, φανερώνοντας
ταυτόχρονα το χαρακτήρα, τη συγκρότηση και την ταυτότητα των Αραχοβιτών. Οι
εορταστικές αυτές εκδηλώσεις αποκαλύπτουν τις βαθιές, ειλικρινείς και
αυθεντικές εκφάνσεις της ζωής και
καταγωγής τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την οργάνωση
και το νόημα του βίου τους. Μας παραπέμπει δηλαδή στον ίδιο τον πυρήνα της
ύπαρξής τους - στις ρίζες τους.
Οι Αραχοβίτες, συγκροτημένα,
οργανώνουν αυτή την ετήσια μεγάλη γιορτή τους, που τους συνδέει με τις απαρχές
της ιστορικής τους φανέρωσης. Η πόλη τιμά τον πολιούχο της,
που για τους κατοίκους της κατέχει θέση
“θείας οντότητας”, περιβεβλημένης όμως με παραπανίσιες εξουσίες στις καρδιές τους
και στο νου τους.
Δεν
είναι τυχαία η απόδοση από τους ντόπιους, του ουσιαστικού «αφέντης» μπροστά από
το όνομα του προστάτη τους. Αυτός ο προσδιορισμός σε καμία περίπτωση δεν
περικλείει στοιχεία δουλικής υποταγής εκ μέρους των, αλλά σαφέστατα είναι μια αναγνώριση
και αποδοχή ενός ηγέτη που είναι προπομπός - μπροστάρης στον αγώνα του καλού σε όλες τις εκφάνσεις της
ζωής τους. Σε αυτό συντελούν και οι βαθιές
πολιτισμικές ρίζες της Αράχοβας που χάνονται σε
αρχαίους χρόνους. Αρδεύεται από φωτισμένες πνευματικές και κοσμικές
ακένωτες δεξαμενές αιώνων, που συντέλεσαν για να διατηρηθούν ευδιάκριτες οι αρχαίες καταβολές
στα τοπικά πανηγυριώτικα έθιμα, καταφέρνοντας έτσι να τους δώσουν διαπιστωμένη δυναμική επιβίωσης.
Το
βασικό χαρακτηριστικό αυτής της εθιμικά προκαθορισμένης συμπεριφοράς, έχει
σπερματικά αφομοιωμένο τον αταξικό χαρακτήρα της εκδήλωσης. Η αξιοθαύμαστη
ομαδικότητα των κατοίκων που συμμετέχουν στη γιορτή εξηγείται από την χωρίς
διακρίσεις προσφορά τού καθενός στην απόδοση τιμής και ευχαριστιών προς τον
άγιο αφέντη τους. Συμμετέχουν λοιπόν όλοι ανεξαιρέτως: κλήρος, εκκλησιαστικό
συμβούλιο, τοπική διοίκηση, σύλλογοι, πολίτες, ακόμα και ξένοι εθελοντές, οι
πάντες! Δεν υπάρχουν διακρίσεις ανάλογες με το εισόδημα ή την κοινωνική θέση
των συμμετεχόντων, αλλά ούτε και στοιχεία νεοτερισμού που να νοθεύουν τις
βασικές παραμέτρους του εθίμου. Πλούσιοι και λιγότερο ευκατάστατοι, περισσότερο
ή λιγότερο μορφωμένοι, ένθερμοι πιστοί ή μη!
συνεργάζονται και συνεορτάζουν με
υποδειγματική κοινωνικότητα, που αναδεικνύει το γνήσιο λαϊκό χαρακτήρα της
γιορτής.
Η Αράχοβα, αυτή η κοινότητα
με τα σκληρά και λιτά λόγω υψομέτρου και κλίματος χαρακτηριστικά, ευνοήθηκε ιδιαίτερα,
τις τελευταίες δεκαετίες, από τις
συγκυρίες δημιουργίας του χιονοδρομικού κέντρου Παρνασσού, και βεβαίως από τη γειτνίασή
της με το αρχαίο ιερό χώρο των Δελφών, στοιχεία που οδήγησαν στη δημιουργία
κατάλληλων οικονομικών συνθηκών για τους κατοίκους της, δίνοντάς τους τη
δυνατότητα οικονομικής αυτοτέλειας και ευμάρειας. Όμως, είναι αξιοθαύμαστο ότι
η ραγδαία αυτή αλλαγή της οικονομικής δομής της ντόπιας κοινωνίας που
συντελέστηκε τα τελευταία σαράντα χρόνια,
όχι μόνο δεν κατόρθωσε να διαβρώσει τον αυθεντικό λαϊκό χαρακτήρα του εθίμου
του πανηγυριού, αλλά απεναντίας τον ενίσχυσε.
Η αυθεντικότητα των πανηγυρικών
δρώμενων που λαμβάνουν χώρα, τα οποία συγχωνεύουν πληθώρα στοιχείων που ανήκουν
σε διαφορετικές εποχές της μακραίωνης πολιτισμικής κληρονομιάς αυτού του τόπου,
δρα αποτρεπτικά στην οποιαδήποτε αλλοίωση ή διάβρωση του κορυφαίου πανηγυρικού
εθίμου.
Οι Αραχοβίτες παρόλο που όλο το χειμώνα
και τις αρχές της άνοιξης αγωνίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, για να εξυπηρετήσουν
τους χιλιάδες ξένους επισκέπτες τους, αποκομίζοντας βεβαίως το αντίτιμο των
κόπων τους, εν τούτοις με το χτύπημα της καμπάνας και το βρόντημα του κανονιού,
το απόγευμα της παραμονής τ’ Άϊ Γιωργιού, απεκδύονται την ιδιότητα του
απρόσωπου επαγγελματία και ξενοδόχου και ενδύονται τις τοπικές φορεσιές τους
(φουστανέλες - σιγκούνια) ανακτώντας σε μεγάλο βαθμό τα υψηλά αισθήματα
φιλοξενίας, αλληλεγγύης και συναδέλφωσης που κληρονόμησαν από τους πατεράδες τους.
Το πανηγυράκι δεν είναι μια
φολκλόρ αναπαράσταση κάποιων εθίμων ή νοσταλγική απλοϊκή επιστροφή στο
παρελθόν. Είναι μια ζωντανή σύζευξη των παλαιών εθίμων με τη σύγχρονη ζωή με
τρόπο έντονα βιωματικό, μια καθημερινή δηλαδή ζώσα πραγματικότητα, η οποία
προετοιμάζεται ατομικά και συλλογικά από πριν για να εκφραστεί με τον καλύτερο τρόπο τις μέρες του πανηγυριού.
Συνυπάρχουν σ’ αυτό, στοιχεία παλαιά και
αρχέγονα, που είδαν το φως σε αυτή την πλευρά του Παρνασσού και χάραξαν βαθιά
το συλλογικό μας ασυνείδητο(Λιάκουρα και Δευκαλίωνας, Κατοπτήριος Χώρος(Πετρίτης)
και Απόλλωνας τοξευτής του Πύθωνα, παλάτι του Αυτόλυκου και φιλοξενία του
Οδυσσέα. Πύθια στην Παρνασσία Νάπη και
γιορτές για το Διόνυσο με τις Θυιάδες στο Κωρύκιο Άντρο - Σαρανταύλι.
Λάμιες και δράκοι, νεράιδες και αρχαίες Νύμφες, ήχοι αυλών και δοξαστικοί
ύμνοι, και αργότερα ήχοι πίπιζας και
νταουλιών, κλέφτικων τραγουδιών, τάματα και προσευχές στον Αφέντη Αϊ Γιώργη).
Ο
Αραχοβίτης στέκεται με δέος μπροστά στο πανηγυράκι, γιατί αυτό είναι ο
συνδετικός κρίκος, είναι η κιβωτός μύθων, αρχαίων παραδόσεων, γραπτής και
προφορικής κληρονομιάς της ευρύτερης περιοχής της Αράχοβας που πρέπει να περάσει
στις νέες γενιές και στο απώτερο μέλλον. Στη συνείδησή του, το πανηγυράκι
συμπυκνώνει και μεταφέρει από γενιά σε γενιά το ήθος, το σεβασμό, την
αξιοπρέπεια και τον τρόπος ζωής για μια κληρονομιά πλούσια πνευματικά, γεμάτη
από υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση.
Στην πρόσφατη ιστορία μας, είχαμε ένα
πολεμικό γεγονός, που σε πρώτη ματιά δεν συνδέεται με το έθιμο του τοπικού πανηγυριού,
το οποίο έχει καθαρά λατρευτικό σκοπό. Είναι η φημισμένη μάχη της Αράχοβας, το
Νοέμβριο του 1826. Ο πρόμαχος Καραϊσκάκης κατάφερε με τους συντρόφους του, με τη
βοήθεια του ντόπιου πληθυσμού και, όπως λέει ο θρύλος, με τη βοήθεια ενός
απόκοσμου φωτεινού καβαλάρη, να γίνει τροπαιοφόρος σ’ αυτό τον αγώνα, δίνοντας
πνοή στην εκφυλισμένη Ελληνική Επανάσταση που έπνεε τα λοίσθια. Αυτό το γεγονός
ήρθε να ενσωματωθεί εθιμικά στο
πανηγυράκι της Αράχοβας κατά παρακλητική … απαίτηση του Καραϊσκάκη, αφού ο
ίδιος «φρόντισε» να πεθάνει, υποκύπτοντας στα τραύματά του, την ημέρα της
γιορτής του, ανήμερα τ’ Αϊ Γιωργιού! Με
την οιονεί παρουσία του, έδωσε εύρος στη γιορτή, προσθέτοντας νέα στοιχεία στα
ήδη υπάρχοντα, χωρίς να ζητά ούτε κατά κεραία να αφαιρέσει κάτι από την
πνευματικότητα της θρησκευτικής λατρείας. Οι φουστανέλες των συντρόφων του ήρωα
μετατράπηκαν και αυτές σε λευκά άμφια, ακολουθώντας την πομπή προς τιμή του
Άγιου.
Οι Αραχοβίτες παίρνουν ρυθμό ακούγοντας
τον «κόπανο» του νταουλιού, αλλά κουβεντιάζουν με τη «βίτσα» του και τον
στριγκό ήχο της πίπιζας που τους ζ’γαρλάει την καρδιά και τους κάνει κοινωνούς
των παραδόσεων, μεταφέροντά τους σε κόσμους ηρωικούς και παλιότερους.